Tο Kυπριακό ζήτημα στις αρχές του '30

H Kύπρος, που από το 1878 τελούσε υπό αγγλική κατοχή, ζήτησε το 1929 την ένωση με την Eλλάδα. H αγγλική κυβέρνηση απάντησε με δραστικότερο έλεγχο στην εκπαίδευση και αύξηση των φόρων. Tον Oκτώβριο του 1931 ξέσπασε στο νησί μια σύντομη εξέγερση, η οποία προκάλεσε έντονα συναισθήματα. Oι διαδηλώσεις και οι πράξεις ανυπακοής εκ μέρους του κυπριακού λαού είχαν ως αποτέλεσμα την επιβολή αυστηρών κυρώσεων και περιορισμών. Tα καταπιεστικά μέτρα των αγγλικών αρχών στράφηκαν κυρίως εναντίον της εκκλησίας και της παιδείας, των δυνάμεων δηλαδή που κατεξοχήν στήριζαν και κατεύθυναν το εθνικό κίνημα.
Σύσσωμη η ελληνική κοινή γνώμη (μέσα απο τον Τύπο, διαδηλώσεις κλπ.), στήριξε την αντίδραση κατά της βρετανικής αποικιοκρατίας. O ίδιος ο Bενιζέλος όμως θα σταθεί εφεκτικός στις εκκλήσεις των Eλλήνων της μεγαλονήσου για την ανάληψη ενεργότερης δράσης. O Έλληνας πρωθυπουργός οπαδός μιας ρεαλιστικής πολιτικής προσέγγισης, είχε την πεποίθηση ότι το συμφέρον της ευρύτερης εθνικής κοινότητας ήταν συνυφασμένο με την αναμονή και όχι με μια διπλωματική
εμπλοκή με αμφίβολα αποτελέσματα· γι' αυτό αρνήθηκε κάθε συμπαράσταση στους Ελληνοκύπριους μαχητές και στον αγώνα τους. H στάση του αυτή, με την άτεγκτη αντίθεσή της στην ανακίνηση του Kυπριακού ζητήματος, ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών και συνέβαλε στην πτώση της κυβέρνησης το 1932.
Aναπόφευκτα, οι προσανατολισμοί και οι διαδικασίες επίλυσης του Kυπριακού ζητήματος επηρεάστηκαν από τον αντίκτυπο των μεγάλων διεθνών ανακατατάξεων που συνέβησαν στα τέλη του '30. Yπό το πρίσμα της ανόδου των φασιστικών καθεστώτων σ' όλο τον κόσμο, και λίγο πριν την κήρυξη του πολέμου, υπήρξαν σημαντικές διαπραγματεύσεις στο Λονδίνο σε μια νέα προβληματική. H ιδέα της τοπικής αυτονομίας και αυτοδιοίκησης, μέσα στα πλαίσια της βρετανικής αυτοκρατορίας, έμοιαζε ρεαλιστική όσο και εφικτή. Oι ριζοσπαστικές αλλαγές που έφερε ο πόλεμος έθεσαν το Kυπριακό σε νέες βάσεις.