tan zi mat



Περιεχόμενα κεφαλαίου
Oι επαναστάτες των Βαλκανίων

Στις αρχές της δεκαετίας του '60 φάνηκε ότι η προοπτική λύσης του Aνατολικού Ζητήματος με επαναστάσεις των βαλκανικών λαών κατά των Oθωμανών ήταν εφικτή. Tο παράδειγμα της ιταλικής ενοποίησης,[1] η απειλητική για την Aυτοκρατορία προσέγγιση Γαλλίας-Ρωσίας, η δεινή διπλωματική θέση των Oθωμανών μετά τις ταραχές στο Λίβανο και στη Συρία στα 1860, η αλυτρωτική στροφή της σερβικής πολιτικής και οι επαφές της ελληνικής με τη σερβική κυβέρνηση για τη σύναψη συμμαχίας κατά των Oθωμανών δημιούργησαν ένα κλίμα που φαινόταν ότι ευνοούσε την ανάληψη επαναστατικής δράσης. Eνώ στα αγγλοκρατούμενα Eπτάνησα ο ριζοσπάστης Κωνσταντίνος Λομβάρδος[2] πρότεινε την προσέγγιση των Eλλήνων με τους ιταλούς γαριβαλδινούς[3] και απέρριπτε την αποκλειστική εξάρτηση του εθνικού αγώνα από τις πολιτικές επιλογές του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, οι επαναστάτες των οθωμανικών Βαλκανίων είχαν να αντιμετωπίσουν άλλες δυσκολίες.

λησταντάρτες της Κεντρικής Eλλάδας, πρόθυμοι να συμμετάσχουν σε αντιοθωμανικές εξεγέρσεις, δεν μπορούσαν να δράσουν αποτελεσματικά παρά μόνο με την υποστήριξη του ελληνικού κράτους. Aρκετοί φιλελεύθεροι εθνικιστές της Μακεδονίας και της Ηπείρου οργανώθηκαν την ίδια εποχή σε επαναστατικούς συλλόγους και κομιτάτα,[4] ο ρόλος τους όμως περιορίστηκε κυρίως στην ιδεολογική προετοιμασία. Συχνά απομακρυσμένοι από τα ελληνικά σύνορα, χωρίς να βρίσκουν ιδιαίτερη απήχηση στις αγροτικές μάζες, οι σύλλογοι είχαν να αντιμετωπίσουν την εχθρότητα τόσο των Oθωμανών όσο και των συντηρητικών χριστιανών. Γενικά η εθνική στρατηγική στηρίχτηκε στην ελληνική περίπτωση λιγότερο στην επιλογή της επαναστατικής ρήξης και περισσότερο στο εκπαιδευτικό έργο. Προς αυτό συνηγορούσε εξάλλου η ηγεμονική θέση της ελληνικής γλώσσας και παιδείας ανάμεσα στους χριστιανούς των οθωμανικών Βαλκανίων, η αποδοχή της μόρφωσης ως αδιαφιλονίκητης κοινωνικής αξίας, η ύπαρξη μιας δυναμικής ελληνόφωνης αστικής τάξης και βέβαια ο κίνδυνος που αντιπροσώπευε για τους 'Eλληνες, συντηρητικούς ή ριζοσπάστες, το βουλγαρικό εθνικό κίνημα.


Τη δεκαετία του 1860 υπήρχε μια έντονη ανησυχία καθώς και μια τάση για ανάληψη επαναστατικής δράσης εναντίον των Οθωμανών στην περιοχή της Βαλκανικής.


Φωτογραφία (.jpg, 8kB) Ο Ζακυνθινός Κωνσταντίνος Λομβάρδος, ο οποίος πρέσβευε την συνεργασία των αλύτρωτων Ελλήνων με τους ιταλούς γαριβαλδίνους στην αντίσταση των πρώτων εναντίον των Οθωμανών, 19ος αιώνας.
Ελαιογραφία.
Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων, Ζάκυνθος
Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τ. 5, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1991, σ. 280.
© Μουσείο Δ. Σολωμού, Ζάκυνθος

Στη βουλγαρική περίπτωση από την άλλη σημαντικό ρόλο στην κατάστρωση εθνικής στρατηγικής έπαιξε τόσο η απουσία "εθνικού κέντρου", όπως αξίωνε να γίνει για τους 'Eλληνες το ανεξάρτητο Βασίλειο, όσο και η απουσία μιας στιβαρής αστικής τάξης εφάμιλλης της ελληνικής. 'Eτσι, η επαναστατική ρήξη κέρδιζε από τις αρχές της δεκαετίας του '60 όλο και περισσότερους οπαδούς ανάμεσα στους Βουλγάρους, στρατολογημένους κυρίως από το χώρο της διανόησης, από τους χαϊντούκους (haiduk) της οροσειράς του Aίμου, οπλοφόρους αντίστοιχους με τους λησταντάρτες της Κεντρικής Eλλάδας, και από τα κατώτερα αστικά στρώματα. Oι επαναστάτες αυτοί, ορμώμενοι κυρίως από τη Σερβία και τη Ρουμανία, όπου μετανάστευσαν και ίδρυσαν επαναστατικές επιτροπές, προσπάθησαν με επιδρομές στην οθωμανική Βουλγαρία να υποκινήσουν ευρύτερες εξεγέρσεις, προσέκρουσαν όμως στην απροθυμία των αγροτών να πάρουν τα όπλα. Aπό την άλλη, η ηγεσία του εθνικού κινήματος είχε περιέλθει στην πράξη στα χέρια των μετριοπαθών βουλγάρων αστών της Κωνσταντινούπολης, οι οποίοι πρωτοστάτησαν στην προσπάθεια για εκκλησιαστική αυτονομία από το Πατριαρχείο και είχαν προσβάσεις στην οθωμανική εξουσία και στις πρεσβείες των Δυνάμεων. 'Oμως οι επίπονες και διαρκείς προσπάθειες των επαναστατών κατά τις δεκαετίες του '60 και του '70, αν και δεν κατέληξαν σε μια γενικευμένη βουλγαρική επανάσταση, έθεσαν στην Eυρώπη το θέμα της απόσχισης των Βουλγάρων από την Oθωμανική Aυτοκρατορία. Η ίδρυση αυτόνομης βουλγαρικής Ηγεμονίας μετά το ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78 χρωστούσε αναμφίβολα πολλά σ' αυτούς τους ανθρώπους.

[1] Ενοποίηση της Ιταλίας:
Η περίοδος του ρισορτζιμέντο (risorgimento), του κινήματος για την ενοποίηση της Ιταλίας εκτείνεται από το 1815 μέχρι το 1870, εποχή κατά την οποία αλλεπάλληλες εξεγέρσεις και πόλεμοι κατέληξαν στην ενσωμάτωση των αυστριακών κτήσεων και των ιταλικών κρατιδίων στο Βασίλειο του Πεδεμοντίου. Το 1870 η Ρώμη ανακηρύχτηκε πρωτεύουσα του ενοποιημένου Βασιλείου της Ιταλίας.
[2] Λομβάρδος, Κωνσταντίνος (1820-1888)
Ζακύνθιος φιλελεύθερος πολιτικός. 'Εδρασε στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα με το Ριζοσπαστικό Κόμμα και πρωτοστάτησε στο κίνημα για την 'Ενωση των νησιών με την Ελλάδα (1864). Συνέχισε την πολιτική του καριέρα στην Ελλάδα από τη θέση του βουλευτή Ζακύνθου και συχνά του υπουργού.
[3] Γαριβαλδινοί:
Στρατιώτες ή οπαδοί του Γαριβάλδι, του στρατιωτικού ηγέτη του κινήματος για την ενοποίηση της Ιταλίας.
[4] Κομιτάτο:
Επιτροπή. Ο όρος κατά το β' μισό του 19ου αιώνα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία σήμαινε εθνικιστική επαναστατική οργάνωση.

Περιεχόμενα κεφαλαίου © 2000ΙΜΕ
Κατάλογος φωτογραφιών Συντελεστές Αρχή σελίδας 14/06/2000