Η εμπλοκή της Ελλάδας στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο

Η εμπλοκή της Ελλάδας στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο σημειώθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1940, με την εναντίον της κήρυξη πολέμου από την Ιταλία, στην οποία προχώρησε ο Μουσολίνι, αφενός εντάσσοντας την Ελλάδα στα επεκτατικά του σχέδια στην ανατολική Μεσόγειο και, αφετέρου προσπαθώντας να επιδείξει τις ικανότητές του προς νίκες στο σύμμαχό του Χίτλερ. Από αυτή την ημερομηνία άρχισε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος στα αλβανικά βουνά, που αναδείχθηκε σε μια κορυφαία στιγμή εθνικής ομοψυχίας, αποφασιστικότητας, αντιφασιστικού πνεύματος και κατέληξε σε μια σειρά από εντυπωσιακές και αναπάντεχες επιτυχίες, που αποτέλεσαν ταυτόχρονα και την πρώτη συμμαχική νίκη κατά του ¶ξονα.

Η γερμανική επίθεση, τον Απρίλη του 1941, προς συνδρομή των Ιταλών, κατέληξε στην κατάληψη της Ελλάδας και στο πέρασμα της χώρας στην περίοδο της Κατοχής, μιας περιόδου που σημαδεύτηκε από πολλά δεινά για τον ελληνικό λαό, που δοκίμασε και αυτός με τη σειρά του τη ναζιστική "Νέα Τάξη". Στην ξενική φασιστική κατοχή ο ελληνικός λαός απάντησε από την πρώτη στιγμή με δυναμική αντίσταση, που πήρε γρήγορα τη μορφή μιας τεράστιας λαϊκής εξέγερσης και συνένωσε στον κοινό αγώνα την πλειοψηφία των Ελλήνων. Αντιστασιακές οργανώσεις έδρασαν στα βουνά και στις πόλεις της Ελλάδας και επέφεραν πλήγματα στις δυνάμεις κατοχής, συμμετέχοντας στις γενικότερες συμμαχικές επιχειρήσεις, ενώ και στο εξωτερικό, στην Αφρική και αργότερα την Ευρώπη, ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις υποστήριξαν και εκεί το συμμαχικό αγώνα.

Η Ελλάδα απελευθερώθηκε τον Οκτώβρη του 1944, αλλά την ευφορία της Απελευθέρωσης, άμεσα διαδέχθηκε το αδιέξοδο των εσωτερικών πολιτικών συγκρούσεων. Ο ελληνικός αντιστασιακός αγώνας στόχευε εκτός από την απελευθέρωση από τους κατακτητές και σε κοινωνικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις που θα ίσχυαν μετά την αποχώρηση των τελευταίων από τη χώρα, εκφράζοντας το αίτημα του ελληνικού λαού για ένα καλύτερο μέλλον και την αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας, μετά μάλιστα την εμπειρία του μεταξικού δικτατορικού καθεστώτος. Οι σχετικές στοχεύσεις που εξέφρασαν από τη μια η κύρια αντιστασιακή οργάνωση, το Ε.Α.Μ./Ε.Λ.Α.Σ., και από την άλλη οι άλλες αντιστασιακές οργανώσεις και η εξόριστη βασιλική κυβέρνηση αποδείχτηκαν ασύμβατες και είχαν ήδη αρχίσει από τον τελευταίο χρόνο της Κατοχής να προκαλούν μια ιδιαζόντως πολωμένη κατάσταση, που εκφράστηκε από τότε ακόμα και με εμφύλιες συμπλοκές. Η διαφορετικότητα λοιπόν αυτών των πολιτικών στόχων, η κληρονομιά των μεσοπολεμικών συγκρούσεων και της αστάθειας των θεσμών, ο συνολικότερος φόβος του παλαιού πολιτικού κόσμου μπροστά στις αλλαγές που προαλείφονταν, τα διεθνή συμφέροντα στο βαλκανικό χώρο και οι εντυπωσιακά άμεσες και βίαιες επεμβάσεις της Μεγάλης Βρετανίας, που εννοούσε να κρατήσει πάση θυσία την Ελλάδα στην επιρροή της, κλιμακώθηκαν σε ένα σκληρό εμφύλιο πόλεμο, που διάρκεσε ως το 1949. Τα αποτελέσματά του υπήρξαν, άμεσα και μακροπρόθεσμα, ολέθρια για την Ελλάδα ενώ η οξύτατη πόλωση που κληροδοτήθηκε στο μεταπολεμικό βίο δυσχέρανε εξαιρετικά τις προσωπικές ζωές πολλών Ελλήνων όπως και την κοινωνική και πολιτισμική πορεία της χώρας.

Στη συγκυρία του B' Παγκόσμιου Πολέμου, η Ελλάδα έθεσε και το ζήτημα της ενσωμάτωσης στην επικράτειά της των εδαφών της Βορείου Ηπείρου, της Κύπρου και της Δωδεκανήσου. Οι ελληνικές προσδοκίες εκπληρώθηκαν μόνο για την περίπτωση των Δωδεκανήσων, που ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα το 1947, με τη Συνθήκη των Παρισίων. Το ελληνικό κράτος απέκτησε τα οριστικά του σύνορα.