Τα αίτια της αποχής από τους Αγώνες
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες από τις πρώτες κιόλας διοργανώσεις αποτέλεσαν συχνά προνομιακό πεδίο έκφρασης του πολιτικού ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών. Χαρακτηριστικό, αλλά όχι μοναδικό, παράδειγμα της συνάρτησης της πολιτικής με τους Αγώνες αποτέλεσε το μποϊκοτάζ (ή η απειλή μποϊκοτάζ) των Αγώνων. Ανατρέχοντας στην ιστορία της εν λόγω διοργάνωσης διαπιστώνουμε ότι η πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε η απειλή αποχής από τους Αγώνες ήταν το 1912, με φορέα της απειλής την Αυστροουγγαρία, μια από τις ισχυρές την εποχή εκείνη ευρωπαϊκές δυνάμεις.
Το 1936, η διακυβέρνηση της Γερμανίας από τους Ναζί και οι αντισημιτικοί νόμοι που θεσπίστηκαν στη χώρα αυτή οδήγησαν τις ΗΠΑ κατά κύριο λόγο, αλλά και μια σειρά άλλων κρατών, μεταξύ των οποίων η Βρετανία και η Γαλλία, στην υιοθέτηση της απειλής του μποϊκοτάζ. Όμως και στην περίπτωση αυτή η απειλή της αποχής τελικά δεν πραγματοποιήθηκε. Μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, και ιδίως κατά τις δεκαετίες του 1960, 1970 και 1980, το μποϊκοτάζ έπληξε του Ολυμπιακούς Αγώνες, λιγότερο ή περισσότερο κάθε φορά, και ιδίως τις διοργανώσεις του 1976, του 1980 και του 1984.
Ο Ψυχρός Πόλεμος, δηλαδή η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Σοβιετικής Ένωσης και των συμμάχων τους, αποτέλεσε τη μία από τις δύο βασικές παραμέτρους που ευνόησαν την υιοθέτηση της πολιτικής πρακτικής του μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών Αγώνων. Βέβαια, η αντιπαράθεση των Ηνωμένων Πολιτειών με τη Σοβιετική Ένωση στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων επικεντρώθηκε κατά κύριο λόγο στον ανταγωνισμό για την κατάκτηση μεταλλίων, μέσω των οποίων επιχειρούσαν να καταδείξουν την "ανωτερότητα" του οικείου πολιτικού συστήματος των χωρών αυτών. Πρόκειται για αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε "ανταγωνισμό των πολιτικών συστημάτων", ο οποίος εκφράστηκε σε όλες τις ολυμπιακές διοργανώσεις από το 1952 έως το 1976, καθώς και το 1988.
Οι μόνες περιπτώσεις που απουσίασε ο ανταγωνισμός για την κατάκτηση περισσότερων μεταλλίων, και συνακόλουθα της υψηλότερης θέσης στον άτυπο πίνακα κατάταξης των χωρών, ήταν στις διοργανώσεις του 1980 και του 1984, όταν η Σοβιετική Ένωση και οι ΗΠΑ αντίστοιχα κλήθηκαν να φιλοξενήσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Η αποχή των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους το 1980 και της Σοβιετικής Ένωσης και των δικών της συμμάχων το 1984 έπληξαν σοβαρά το κύρος των Αγώνων, θέτοντας ερωτηματικά για το μέλλον τους. Τελικά, η βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών στο β' μισό της δεκαετίας του 1980, η οποία σε πολιτικό επίπεδο εκφράστηκε με τις συμφωνίες για περιορισμό των εξοπλισμών, ενώ στο πεδίο του αθλητισμού με τη διοργάνωση των Αγώνων Καλής Θέλησης (1986), επέτρεψε την κοινή παρουσία τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1988.
Η δεύτερη παράμετρος που ευνόησε την υιοθέτηση της αποχής από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, συχνά με τη μορφή της απειλής, υπήρξε η δημιουργία ανεξάρτητων αφρικανικών κρατών και η αναζήτηση από μέρους τους ενός διακριτού ρόλου στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής. Στην κατεύθυνση αυτή ζήτημα αιχμής για τα νεοσύστατα αφρικανικά κράτη υπήρξε το ζήτημα των φυλετικών διακρίσεων, ιδίως στην περίπτωση της Νότιας Αφρικής αλλά και της Ροδεσίας. Ο αποκλεισμός των δύο αυτών χωρών από τους Ολυμπιακούς Αγώνες που διοργανώθηκαν στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 υπήρξε το σταθερό αίτημα της πλειονότητας των αφρικανικών κρατών, ένα αίτημα που κάθε φορά εκφράστηκε με την απειλή αποχής από τους Αγώνες. Σε όλες τις περιπτώσεις, αρχής γενομένης από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1964, η ΔΟΕ δεν επέτρεψε τη συμμετοχή της Νότιας Αφρικής, υποχωρώντας στις πιέσεις. Ωστόσο το αίτημα αποβολής της Νέας Ζηλανδίας από τους Αγώνες του 1976, εξαιτίας της συμμετοχής ομάδας ράγκμπι της χώρας αυτής σε αγώνες στη Νότια Αφρική, δεν έγινε δεκτό, με αποτέλεσμα το μποϊκοτάζ των Αγώνων από 30 περίπου αφρικανικές χώρες.
Ο Ψυχρός Πόλεμος και η αυξάνουσα πολιτική σημασία των νέων χωρών ήταν οι συνθήκες που ευνόησαν την υιοθέτηση της πρακτικής του μποϊκοτάζ στις περισσότερες από τις διοργανώσεις μεταξύ 1956 και 1988. Η άρση των συνθηκών αυτών, μια εξέλιξη που δρομολογήθηκε με την επανένωση των δύο Γερμανιών και ολοκληρώθηκε με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, σηματοδότησε την εγκατάλειψη της πρακτικής του μποϊκοτάζ και την απρόσκοπτη διοργάνωση τριών συνεχόμενων ολυμπιακών διοργανώσεων (1992, 1996, 2000), κάτι που δεν είχε συμβεί ποτέ μετά τη δεκαετία του 1930.

 

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αρχαιότητα:
Από την Αρχαία Ολυμπία στην Αθήνα του 1896