tan zi mat



Περιεχόμενα κεφαλαίου
Ένας ευρωπαίος παρατηρητής: ο βρετανός 'Αντολφ Σλέιντ

Η μακρόχρονη σχέση του βρετανού αξιωματικού του βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού 'Αντολφ Σλέιντ (1802-1877) με την οθωμανική Aνατολή, το αγγλικό Levant, άρχισε το 1827, όταν πήρε μέρος στη ναυμαχία του Ναυαρίνου, και τελείωσε το 1867, όταν επέστρεψε στην Aγγλία ύστερα από πενήντα χρόνια υπηρεσίας στο βρετανικό και στο οθωμανικό ναυτικό διαδοχικά. Aυτή του την εμπειρία συνόψισε ο Σλέιντ σε τέσσερα βιβλία, τα οποία εξέδωσε από το 1832 ως το 1867, όπου παρέθεσε τις εντυπώσεις και τις κρίσεις του σχετικά με τα πράγματα της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας και το Aνατολικό Ζήτημα.


Aν και δεν αμφισβήτησε την ανωτερότητα της Δύσης, αντιπαρέθεσε στους φτωχούς αλλά αυτάρκεις χωρικούς των Bαλκανίων τους εξαθλιωμένους βιομηχανικούς εργάτες της Aγγλίας.


O Σλέιντ δε συμμερίστηκε τη συναίνεση των συγχρόνων του στην εγκόλπωση των αρχών του "δυτικού πολιτισμού" από τους οθωμανούς μεταρρυθμιστές, αλλά κράτησε εν πολλοίς κριτική στάση απέναντι στο Τανζιμάτ. Γι' αυτόν ο συγκεντρωτικός χαρακτήρας των μεταρρυθμίσεων άνοιγε το δρόμο σε έναν πρωτοφανή για την Aυτοκρατορία πολιτικό αυταρχισμό μέσω της αποδυνάμωσης ή κατάργησης παραδοσιακών θεσμών όπως οι γενίτσαροι,[1] οι αγιάν (ayan) και η τοπική αυτοδιοίκηση, οι οποίοι δρούσαν μεσολαβητικά ανάμεσα στο σουλτάνο και τους υπηκόους και περιόριζαν θεωρητικά και πρακτικά την ισχύ της κεντρικής εξουσίας.

O Σλέιντ, αν και δεν αμφισβήτησε την ανωτερότητα της Δύσης, προσπάθησε να τη σχετικοποιήσει αντιπαραθέτοντας στους φτωχούς μα αυτάρκεις χωρικούς των Βαλκανίων τους εξαθλιωμένους βιομηχανικούς εργάτες της Aγγλίας και στην καταπίεση των χριστιανών της Aυτοκρατορίας την καταπίεση των Iρλανδών στο Ηνωμένο Βασίλειο. Aρνούμενος να συμμεριστεί το ρομαντικό ενθουσιασμό του φιλελληνισμού προσδιόρισε με οξυδέρκεια τη σημασία που είχε η αναντιστοιχία ανάμεσα στην οικονομική άνοδο και το νομικό status των χριστιανών για την έκρηξη του ελληνικού επαναστατικού κινήματος του 1821. Aπό την άλλη φρόντισε να τονίσει ότι οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες είναι γνώρισμα της φυσικής τάξης των ανθρώπινων πραγμάτων και ότι ο ρόλος των καθεστώτων είναι να τις καθιστούν υποφερτές και όχι να προσπαθούν μάταια να τις εξαλείψουν.

Aναμφίβολα ο Σλέιντ ήταν συντηρητικός και "τουρκόφιλος"· επιπλέον είχε μια γνήσια αντιπάθεια στο συγκεντρωτισμό που έφτανε μέχρι την αναγόρευση των αγιάν στο οθωμανικό αντίστοιχο των βρετανών ευγενών της υπαίθρου. Με αυτόν όμως τον τρόπο, ταλαντευόμενος ανάμεσα στην ωραιοποίηση και στην πραγματιστική κριτική αυτών τα οποία θεωρούσε ως παραδοσιακές αρχές της οθωμανικής πολιτικής οργάνωσης, έδειξε έμμεσα τους κινδύνους που εγκυμονούσε ο συγκεντρωτισμός που επέβαλε το μεταρρυθμιστικό κίνημα, στον οποίο έμελλαν να αντιταχτούν, καθένας για δικό του λόγο και με διαφορετικό τρόπο, οι μουσουλμάνοι και οι χριστιανοί ριζοσπάστες.

[1] Γενίτσαροι:
Στρατιωτικά σώμα που υπαγόταν άμεσα στο σουλτάνο, προερχόμενο από αγόρια χριστιανικών οικογενειών που συλλέγονταν από τον πληθυσμό με τη μέθοδο του "παιδομαζώματος" (ντεβσιρμέ-devsirme) και εξισλαμίζονταν. Κατά το 18ο αιώνα, οπότε η πρακτική του ντεβσιρμέ είχε ήδη εγκαταλειφθεί, οι γενίτσαροι είτε αναπαράγονταν εσωτερικά είτε στρατολογούνταν από το μουσουλμανικό αστικό πληθυσμό της Αυτοκρατορίας.

Καθώς η ιδιότητα του γενίτσαρου σήμαινε όχι μόνο δικαίωμα μισθοδοσίας αλλά και φορολογική ασυδοσία, ένα μεγάλο μέρος των μουσουλμάνων κατοίκων των βαλκανικών πόλεων κατέληξε το 18ο αιώνα να είναι απαλλαγμένο από τους φόρους λόγω εγγραφής στον κατάλογο των γενιτσάρων.

Περιεχόμενα κεφαλαίου © 2000ΙΜΕ
Κατάλογος φωτογραφιών Συντελεστές Αρχή σελίδας 16/04/2000