επικοινωνία δι' αλληλογραφίας στο Bυζάντιο οπωσδήποτε δεν ήταν τόσο εύκολη όπως στις μέρες μας. Tο δημόσιο ταχυδρομείο δεν εξυπηρετούσε τις ανάγκες των ιδιωτών. H αποστολή, λοιπόν, μιας ιδιωτικής επιστολής απαιτούσε πάντοτε την ανεύρεση του κατάλληλου αγγελιαφόρου. Aυτή η πραγματικότητα υπήρξε πηγή για τη γέννηση πολλών επιστολογραφικών θεμάτων.
H αργοπορία στην απάντηση δικαιολογείται με την έλλειψη γραμματοκομιστή. Ένας βιαστικός ταχυδρόμος μπορεί να παρουσιάζεται ως αιτία για τη συντομία της επιστολής. Άλλοτε πάλι κατηγορούνταν οι αγγελιαφόροι για υπερβολική καθυστέρηση στην εκτέλεση της αποστολής τους. Eκτός από το γεγονός ότι οι κανόνες της επιστολογραφικής ευπρέπειας δεν επέτρεπαν στον αποστολέα να συμπεριλάβει στην επιστολή του οτιδήποτε επιθυμούσε να πληροφορήσει τον παραλήπτη, η ανασφάλεια ενός τέτοιου ταχυδρομείου υπήρξε οπωσδήποτε ένας από τους λόγους που οι Βυζαντινοί απέφευγαν να αναφέρουν πολύ σημαντικά πράγματα μέσα στο κείμενο της επιστολής. Tην αποστολή αυτή εκπλήρωνε ο αγγελιαφόρος που αναλάμβανε να μεταδώσει προφορικά το συγκεκριμένο μήνυμα. Σε πολλές επιστολές δηλώνεται ότι ο ταχυδρόμος μεταφέρει και προφορική παραγγελία. Kοινό θέμα πολλών επιστολών είναι η κακή μνήμη ή η βιασύνη του αγγελιαφόρου που μεταδίδει λειψά ή εσφαλμένα το προφορικό μήνυμα.
Aπό την άλλη μεριά πάλι, ένα συχνό μοτίβο στις επιστολές είναι η σύσταση του γραμματοκομιστή στον αποδέκτη της. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα το κύριο θέμα και ο σκοπός της επιστολής ήταν ακριβώς να συστήσει τον άνθρωπο που παρουσιάζεται, κομίζοντας το γράμμα του προστάτη του.