Η εξέλιξη της χρήσης των αναβολικών στους Aγώνες
H πρώτη φορά που πραγματοπoιήθηκαν έλεγχοι για τη χρήση αναβολικών στους αθλητές στη διάρκεια των Oλυμπιακών Aγώνων, έστω και σε περιορισμένη κλίμακα, ήταν στη διοργάνωση του 1968 στο Mεξικό. Έγιναν τότε 667 έλεγχοι και μόνο ένας αθλητής (στο μοντέρνο πένταθλο) βρέθηκε να έχει κάνει χρήση απαγορευμένης ουσίας.
Tέσσερα χρόνια αργότερα, στο Mόναχο (1972), οι έλεγχοι σχεδόν τριπλασιάστηκαν στη διάρκεια των Αγώνων και ανιχνεύτηκαν επτά περιπτώσεις παράνομης χρήσης αναβολικών. Συγκεκριμένα, εντοπίστηκε η χρήση αμφεταμίνης ή εφεδρίνης σε αθλητές της άρσης βαρών, του τζούντο, της κολύμβησης, της καλαθοσφαίρισης και της ποδηλασίας. Έκτοτε, και με μοναδική εξαίρεση τους Αγώνες της Μόσχας (1980), όταν κανείς αθλητής δε βρέθηκε "θετικός" στον έλεγχο για τη χρήση αναβολικών, σε κάθε ολυμπιακή διοργάνωση προστίθενται νέα περιστατικά χρήσης.
Συγκεκριμένα, το 1976 ανιχνεύτηκαν απαγορευμένες ουσίες σε έντεκα αθλητές, εννιά αρσιβαρίστες, έναν αθλητή σκοποβολής και έναν αθλητή στίβου. Το 1984 ο αριθμός των ντοπαρισμένων αθλητών στους Ολυμπιακούς Αγώνες ανήλθε στους δώδεκα: πέντε αρσιβαρίστες, τρεις αθλητές στίβου, δύο αθλητές βόλεϊ, ένας σκοπευτής και ένας ιστιοπλόος. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στη Σεούλ (1988), ο τελικός των 100 μ. στίβου οδήγησε στο πλέον εντυπωσιακό περιστατικό χρήσης αναβολικών στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων. Εκτός του Ben Johnson, στους ίδιους Αγώνες ανιχνεύτηκαν άλλες εννιά περιπτώσεις παράνομης χρήσης ουσιών.
Συνολικά βρέθηκαν να έχουν κάνει χρήση αναβολικών δέκα αθλητές, τέσσερις από τους οποίους είχαν αναδειχτεί ολυμπιονίκες και, συνεπώς, έχασαν τα μετάλλιά τους. Πρόκειται για τον Καναδό Ben Johnson, που τερμάτισε πρώτος στα 100 μ. στίβου, τους Βούλγαρους Mitko Grubler και Angel Bul-Guenchev, οι οποίοι πρώτευσαν στην άρση βαρών, και το Βρετανό Kerrith Brown, τρίτο ολυμπιονίκη στο άθλημα του τζούντο. Οι υπόλοιποι έξι αθλητές που εντοπίστηκαν προέρχονταν από την άρση βαρών, την πάλη, το μοντέρνο πένταθλο και το βόλεϊ.
Στη Βαρκελώνη το 1992 πραγματοποιήθηκαν περίπου 1.900 έλεγχοι για χρήση αναβολικών στη διάρκεια των Αγώνων και εντοπίστηκαν πέντε περιστατικά χρήσης απαγορευμένων ουσιών και συγκεκριμένα τέσσερις αθλητές στίβου και ένας βολεϊμπολίστας. Στην Ατλάντα το 1996 έγιναν σχεδόν 2.000 έλεγχοι και βρέθηκαν μόνο δύο περιστατικά χρήσης αναβολικών, ενώ επτά ακόμη περιστατικά διαπιστώθηκαν στους Αγώνες του 2000, από τα οποία τα πέντε αφορούσαν αθλητές που είχαν κατακτήσει ολυμπιακό μετάλλιο. Συγκεκριμένα, αφαιρέθηκε το χρυσό μετάλλιο στο σύνθετο ομαδικό της γυμναστικής από τη Ρουμάνα αθλήτρια Andreea Raducan και από τη Βουλγάρα αθλήτρια της άρσης βαρών Izabela Dragneva, το αργυρό μετάλλιο από τους Βούλγαρους αρσιβαρίστες Ivan Ivanov και Sevdalin Minchev και το χάλκινο μετάλλιο από τον Αρμένιο αρσιβαρίστα Ashot Danielyan.
Ωστόσο, το πλέον πολύκροτο περιστατικό χρήσης απαγορευμένων ουσιών στο Σίδνεϊ αφορούσε τον Αμερικανό σφαιροβόλο C.J. Hunter, παγκόσμιο πρωταθλητή στο αγώνισμα το 1999 και σύζυγο της Marion Jones, της πλέον δημοφιλούς αθλήτριας στίβου των ΗΠΑ. O Hunter ταξίδεψε στην Αυστραλία, όμως η αποκάλυψη των αποτελεσμάτων από τους ελέγχους στους οποίους είχε υποβληθεί τους μήνες που προηγήθηκαν των Αγώνων δεν του επέτρεψαν να συμμετάσχει σε αυτούς. Η περίπτωση του Hunter δεν ήταν η μοναδική, καθώς πολλοί άλλοι αθλητές, ιδίως Ρουμάνοι και Βούλγαροι αρσιβαρίστες, εμποδίστηκαν να λάβουν μέρος. Mάλιστα, τα αποτελέσματα των ελέγχων που είχαν πραγματοποιηθεί στους αθλητές των ομάδων αυτών τη χρονιά των Aγώνων έθεσαν ζήτημα συνολικού αποκλεισμού των χωρών τους από το άθλημα της άρσης βαρών.
Συνολικά, οι χιλιάδες έλεγχοι για τη χρήση αναβολικών που πραγματοποιήθηκαν το δωδεκάμηνο πριν την έναρξη των Aγώνων είχαν ως αποτέλεσμα την απαγόρευση συμμετοχής στους Aγώνες αρκετών δεκάδων αθλητών από όλα τα αθλήματα. Iδιαίτερα εντυπωσιακή υπήρξε η περίπτωση των 33 Κινέζων αθλητών στίβου, κολύμβησης και κωπηλατικών αγωνισμάτων, οι οποίοι αρχικά είχαν συμπεριληφθεί στην ολυμπιακή ομάδα της χώρας τους, αλλά υποχρεώθηκαν είτε να μην ταξιδέψουν είτε να εγκαταλείψουν την Aυστραλία πριν την έναρξη των Aγώνων.
Όσον αφορά τις ουσίες που η χρήση τους χαρακτηρίζεται παράνομη για τους αθλητές, σε γενικές γραμμές διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:
- Διεγερτικά, όπως η αμφεταμίνη, η κοκαΐνη και η εφεδρίνη. Επιδρούν στο κεντρικό νευρικό σύστημα και αυξάνουν περιστασιακά την ανταγωνιστικότητα του χρήστη. Είναι αρκετά διαδεδομένη η χρήση τους σε όλα τα αθλήματα και ιδίως σε εκείνα που απαιτείται διαρκής ετοιμότητα, όπως η ξιφασκία και τα ομαδικά αθλήματα με μπάλα.
- Nαρκωτικά αναλγητικά, όπως η κοδεΐνη, η μορφίνη, η ηρωίνη. Παρ' ότι δεν έχει διακριβωθεί το είδος της "ευεργητικής" τους επίδρασης σε κάποιο άθλημα, θεωρείται ότι χρησιμοποιούνται από τους αθλητές για να ξεπεράσουν τους πόνους που προκαλούν οι τραυματισμοί.
- Διουρητικά. Οι ουσίες που περιλαμβάνονται στην κατηγορία αυτή βοηθούν στην αποβολή μεγαλύτερης ποσότητας υγρών και αλάτων από τον οργανισμό. Για το λόγο αυτό είναι ιδιαίτερα "δημοφιλή" σε αθλήματα που οι διαγωνιζόμενοι ταξινομούνται ανά αγώνισμα με βάση το σωματικό τους βάρος (π.χ. άρση βαρών, πυγμαχία, πάλη, τζούντο).
- Β-Αναστολείς. Η δράση τους επικεντρώνεται στη μείωση της πίεσης του αίματος, των σφυγμών της καρδιάς και, συνακόλουθα, στη μεταβολή της αδρεναλίνης στον οργανισμό. Έτσι, οι ουσίες αυτές προτιμώνται από αθλητές που επιδιώκουν την ευστάθεια και την αυτοσυγκέντρωση, όπως για παράδειγμα απαιτείται στις καταδύσεις και στα σκοπευτικά αθλήματα.
- Στεροειδή αναβολικά και τεστοστερόνη. Αυξάνουν τη μυική μάζα των αθλητών και συνεπώς τη δύναμή τους. Ως αποτέλεσμα, αυτή η κατηγορία αναβολικών εντοπίζεται ιδίως μεταξύ των αθλητών εκείνων που εξειδικεύονται σε αγώνες ταχύτητας, δύναμης και αντοχής, όπως για παράδειγμα πολλά από τα αγωνίσματα του στίβου, η κωπηλασία, η κολύμβηση, η άρση βαρών.
- Ερυθροποιητίνη. Πρόκειται για ουσία που αυξάνει τις ποσότητες του οξυγόνου στο αίμα, βελτιώνοντας έτσι τις επιδόσεις έως και 15%, ιδίως σε αθλήματα όπως η ποδηλασία, η κολύμβηση, η κωπηλασία και οι δρόμοι μεγάλων αποστάσεων στο στίβο.
- Ανθρώπινη αυξητική ορμόνη. Βοηθά στην αύξηση της μάζας και στην ενίσχυση των μυών, των συνδέσμων και των οστών και είναι ιδιαίτερα "δημοφιλής" στους αθλητές του στίβου και της κολύμβησης.

 

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αρχαιότητα:
Από την Αρχαία Ολυμπία στην Αθήνα του 1896