Ιωάννης Φωκιανός
Ο Ιωάννης Φωκιανός ανήκει στους "πιονιέρους" του ελληνικού αθλητισμού, καθώς υπήρξε ένας από τους πρώτους Έλληνες γυμναστές, συγγραφέας αθλητικών βιβλίων και σημαντικός παράγοντας του ελληνικού αθλητισμού από τη δεκαετία του 1870 και έως το τέλος του αιώνα.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1845 και τη δεκαετία του 1860 σπούδασε στη φυσικομαθηματική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ταυτόχρονα, υπήρξε μαθητής του Γεωργίου Παγώνα και του Iουλίου Ένιγκ στο Δημόσιο Γυμναστήριο, στη συνέχεια έγινε βοηθός τους και, μετά το 1868, τους διαδέχθηκε στη διεύθυνση του Γυμναστηρίου. Από τη θέση αυτή συνέβαλε στη διαμόρφωση των πρώτων αθλητικών πυρήνων στην ελληνική πρωτεύουσα και στη διάδοση των αγωνισμάτων της γυμναστικής και μάλιστα του γερμανικού μοντέλου, το οποίο και είχε υιοθετήσει. Το 1875 συνέβαλε στη διοργάνωση των τρίτων Ολυμπίων και θεωρήθηκε υπεύθυνος για την οργανωτική αποτυχία των αγώνων. Μάλιστα, παραιτήθηκε από τη θέση του στο Γυμναστήριο και έφυγε στη Θεσσαλονίκη, όπου τοποθετήθηκε ως γυμναστής στα σχολεία της ελληνικής κοινότητας της πόλης που είχε ιδρυθεί με τη βοήθεια του Συλλόγου προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων.
Το 1879 ο Φωκιανός βρέθηκε και πάλι στην Αθήνα και η επιστροφή του συνδυάστηκε με τις πρώτες διεργασίες συγκρότησης των ελληνικών αθλητικών θεσμών. Το 1878 ολοκληρώθηκε η κατασκευή του Κεντρικού Γυμναστηρίου και την επόμενη χρονιά ο Φωκιανός τοποθετήθηκε διευθυντής. Το 1879 έγινε στην Αθήνα το πρώτο Συνέδριο Ελληνικών Συλλόγων, δηλαδή το πρώτο συνέδριο εκπαιδευτικών συλλόγων που δραστηριοποιούνταν εντός και εκτός των συνόρων του ελληνικού κράτους. Στη συνάντηση αυτή συζητήθηκε και το ζήτημα της εισαγωγής της γυμναστικής στην εκπαίδευση. Πραγματικά, το 1880 η γυμναστική έγινε μάθημα υποχρεωτικής διδασκαλίας στη δημόσια εκπαίδευση, ενώ από το 1882 λειτούργησε (έστω και περιστασιακά) η πρώτη κρατική σχολή γυμναστών. Την ίδια χρονιά ιδρύθηκε ο Αθηναϊκός Γυμναστικός Σύλλογος, ενώ το 1883 εισήχθησαν στα γυμνάσια τα πρώτα όργανα γυμναστικής (π.χ. αλτήρες). Την ίδια εποχή, αρχές της δεκαετίας του 1880, ο Φωκιανός διορίστηκε επόπτης των κρατικών γυμναστηρίων (1882) και δημοσίευσε το Εγχειρίδιον Γυμναστικής, ένα από τα πρώτα βιβλία για τη γυμναστική που γράφτηκαν στην Ελλάδα.
Στο πλαίσιο των παραπάνω εξελίξεων δημιουργήθηκε ένας μικρός πυρήνας αθλητών γύρω από το Φωκιανό, δηλαδή θαμώνων του Κεντρικού Γυμναστηρίου, που αρκετά χρόνια αργότερα μετονομάστηκε τιμητικά σε "Φωκιανό Γυμναστήριο". Στο χώρο αυτό λοιπόν ο Φωκιανός δημιούργησε την αθλητική "μαγιά" για τη διοργάνωση της τέταρτης Ζάππειας Ολυμπιάδας το 1889, των αθλητικών αγώνων του 1890 και για την ίδρυση του Πανελλήνιου Γυμναστικού Συλλόγου, του οποίου υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος (1891-1896). Ο Φωκιανός πέθανε ξαφνικά, λίγες μόνο εβδομάδες μετά τη λήξη των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, από τη διοργάνωση των οποίων είχε παραγκωνιστεί από μια νέα κατηγορία στο χώρο του αθλητισμού, τους παράγοντες, όπως ο Κωνσταντίνος Μάνος.
Ως γυμναστής και παράγοντας του αθλητισμού ο Φωκιανός υπήρξε θιασώτης της γυμναστικής. Δεν είναι τυχαία η εισαγωγή αγωνισμάτων ενόργανης γυμναστικής στα τρίτα και τέταρτα Ολύμπια, που οργανώθηκαν από το Φωκιανό. Μάλιστα, υπήρξε από τους πρωτεργάτες της εγκαθίδρυσης του γερμανικού γυμναστικού συστήματος, στο οποίο αντιτάχθηκαν νεότεροι γυμναστές όπως ο Ιωάννης Χρυσάφης, που προτιμούσε το σουηδικό σύστημα. ΄Aλλη σημαντική διαφορά ανάμεσα στους δύο πρωτοπόρους Έλληνες γυμναστές ήταν η αντίληψή τους για τον αθλητισμό. Για το Φωκιανό ο αθλητισμός ήταν κατ' αρχάς πρακτική συνδεδεμένη με τις δραστηριότητες μορφωμένων ανθρώπων από τα μεσαία και ανώτερα κοινωνικά στρώματα, που θα αποτελούσαν και το θετικό παράδειγμα για τη διάδοση του αθλητισμού και την υιοθέτησή του από ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι φοιτητές ήταν οι μόνοι που είχαν δικαίωμα συμμετοχής στα τρίτα Ολύμπια, ενώ φοιτητές ήταν η συντριπτική πλειονότητα των θαμώνων του Κεντρικού.
Διαφορετικά από αυτόν, ο Χρυσάφης υποστήριζε ότι η ανάπτυξη του αθλητισμού θα έπρεπε να αφορά όλους, δίχως οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτισμικούς φραγμούς, και για το λόγο αυτό έστρεψε σε μεγάλο βαθμό τη δράση του στην επέκταση του μαθήματος της γυμναστικής στην εκπαίδευση και στη δημιουργία σχολής γυμναστών. Ωστόσο και οι δυο πρέσβευαν ένα μοντέλο ανάπτυξης του αθλητισμού που διαφοροποιούνταν από τον αθλητισμό υψηλών επιδόσεων, τον πρωταθλητισμό. Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι σε κανέναν από τους αθλητικούς αγώνες που διοργανώθηκαν από το Φωκιανό και το Χρυσάφη έως το 1896 δεν υπήρξε μέριμνα καταγραφής επιδόσεων.

 

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αρχαιότητα:
Από την Αρχαία Ολυμπία στην Αθήνα του 1896