© ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
 

Έφεσος
Ιστορία και Αρχιτεκτονική

Ο καλαίσθητος τόμος με τίτλο: «Έφεσος - Ιστορία και Αρχιτεκτονική», που εκδόθηκε από το ΙΜΕ με την ευγενική υποστήριξη του Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου, αποτελεί την πληρέστερη στα ελληνικά παρουσίαση της αρχαίας Εφέσου. Το έργο είναι προϊόν συνεργασίας πλειάδας ειδικών: αρχαιολόγων, ιστορικών, αρχιτεκτόνων, σχεδιαστών και γραφιστών και εντάσσεται στη σειρά εκδόσεων αφιερωμένων σε μικρασιατικές πόλεις της αρχαιότητας. (Το 2000 είχε εκδοθεί τόμος αφιερωμένος στην Πριήνη και το 2005 το έργο επανεκδόθηκε στα αγγλικά σε συνεργασία με το Κέντρο Ελληνικών Σπουδών στο Χάρβαρντ.)

Μέσα σε 456 σελίδες συγκεντρώνονται πρώτη φορά αναλυτικά κείμενα, λεπτομερής τεκμηρίωση, ακριβή αρχιτεκτονικά σχέδια και πλούσια εικονογράφηση για όλα τα κτίσματα και τα μνημεία που έφερε στο φως η αρχαιολογική και ανασκαφική έρευνα, την οποία διενεργεί περισσότερο από έναν αιώνα στην Έφεσο το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο.

Στην πόλη κυριαρχεί η παρουσία της Αρτέμιδος, ο ναός της οποίας συγκαταλεγόταν στην αρχαιότητα στα Επτά Θαύματα του Κόσμου. Η πόλη διέθετε επίσης αρκετά συγκροτήματα λουτρών και γυμνασίων. Σε αρκετά από αυτά συναντάμε ειδικές αίθουσες για διαλέξεις, αφού στην ελληνική εκπαίδευση η φροντίδα του σώματος συνδυαζόταν με εκείνη του πνεύματος. Ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πόλης ήταν τα πολυτελή κρηναία και μνημειακά οικοδομήματά της. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η Κρήνη του Δομιτιανού, το Νυμφαίο του Τραϊανού και το Υδρεκδοχείο του Λαικάνιου Βάσσου.

Η αίγλη και η ευμάρεια της Εφέσου την κατέτασσαν στις μεγαλύτερες και σημαντικότερες πόλεις του Ελληνορωμαϊκού κόσμου, θέση που διατήρησε και στα Πρώιμα Βυζαντινά χρόνια, όπως φαίνεται από τη μεγαλοπρεπή βασιλική του Αγίου Ιωάννη και τις άλλες εκκλησίες.


Άνθρωποι και Παραδοσιακά Επαγγέλματα στο Αιγαίο ΙΙΙ

Το βιβλίο «Άνθρωποι και Παραδοσιακά Επαγγέλματα στο Αιγαίο ΙΙΙ», που εκδόθηκε πρόσφατα από το ΙΜΕ, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι των δύο προηγούμενων τόμων της σειράς («Αιγαίο Ι» και «Αιγαίο ΙΙ»), με αντικείμενο αυτή τη φορά τα νησιά Κρήτη και Σκύρο. Η συγγραφέας, μέσα από την καταγραφή των παραδοσιακών επαγγελμάτων ―που ολοένα και φθίνουν στις μέρες μας― διερευνά, με μεθόδους από την κοινωνική ανθρωπολογία και τη λαογραφία, τους μετασχηματισμούς στις τοπικές κοινωνίες κυρίως τις τρεις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Πρωταρχικός στόχος της παραμένει η ανάδειξη του ανθρώπου ως δημιουργού, αλλά και ως αναπόσπαστου μέλους των συγκεκριμένων νησιωτικών ομάδων, ώστε να διασφαλίζεται η επιβίωση και η κοινωνική συνοχή.

Η Κρήτη, «μεγαλόνησος», τόπος ώσμωσης πολιτισμών, επιβάλλει την πρωταγωνιστική παρουσία της στον ευρύτερο χώρο, δημιουργώντας ένα σταθερό δίκτυο επικοινωνίας, οικονομικών σχέσεων και πολιτισμικών ανταλλαγών, όχι μόνο με τα άλλα νησιά του Αιγαίου αλλά και με μακρινούς τόπους. Η Σκύρος είναι ένα μικρό, απομονωμένο νησί στο κέντρο του Αιγαίου, με παραδοσιακές επαγγελματικές δραστηριότητες και δεξιότητες που επέτρεψαν την επιβίωση σε ένα περιβάλλον αντίξοο, αλλά ταυτόχρονα με πλούσια άνθηση του παραδοσιακού πολιτισμού.

Η συγγραφέας παρακολουθεί τις μεγάλες αλλαγές στα παραδοσιακά επαγγέλματα, κυρίως τη δεκαετία 1950-1960, και ταυτόχρονα τις ανατροπές που υπέστησαν οι τοπικές κοινωνίες των εν λόγω νησιών: στις εργασιακές σχέσεις, στο διατροφικό και ενδυματολογικό κώδικα, στις κοινωνικές σχέσεις, στους συγγενικούς και οικογενειακούς δεσμούς. Συνδυάζει με μοναδικό τρόπο τη μελέτη των γραπτών πηγών (μονογραφίες, περιοδικές εκδόσεις, περιηγητικά κείμενα, δικαιοπρακτικά έγγραφα) με προϊόντα των υλικών τεχνών, που αποτελούν πολύτιμο πρωτογενές υλικό, και με προσωπικές αφηγήσεις, που μεταμορφώνουν την ατομική μνήμη σε συλλογική.