Το 1919 η Ελλάδα συμμετείχε στην εκστρατεία, την οποία ανέλαβαν οι Σύμμαχοι στην Ουκρανία εναντίον της σοβιετικής Ρωσίας για την ανατροπή του νέου καθεστώτος.

Την ελληνική αποστολή αποτέλεσε το Α' Σώμα Στρατού με διοικητή τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Νίδερ. Από τις τρεις μεραρχίες του Σώματος στάλθηκαν τελικά στην Ουκρανία οι δύο. Αυτές αποτέλεσαν μαζί με τρεις γαλλικές, μια πολωνική και τμήματα λευκορώσων εθελοντών, την Α' Συμμαχική Ομάδα Μεραρχιών. Παράλληλα, μονάδες του ελληνικού στόλου συναποτέλεσαν μαζί με γαλλικές και αγγλικές τη μεικτή ναυτική μοίρα.

Η σοβιετική κυβέρνηση απάντησε με τρεις στρατιές, οι οποίες από τον Ιανουάριο του 1919, μετά τη συντριβή του αυτονομιστικού ουκρανικού κινήματος, άρχισαν να κατέρχονται προς την Κριμαία και την Οδησσό. Ο Ερυθρός Στρατός σημείωσε συνεχείς επιτυχίες εναντίον του συμμαχικού εκστρατευτικού σώματος, του οποίου η δραστηριότητα γρήγορα περιορίστηκε σε υποχωρητικούς αγώνες οπισθοφυλακής μέχρι την πλήρη αποχώρησή του το καλοκαίρι του 1919. Το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα βρισκόταν ήδη στη Ρουμανία εντεταλμένο να φυλάσσει το Δνείστερο. Αντικαταστάθηκε από μονάδες του ρουμανικού στρατού και αποχώρησε για να μεταφερθεί στη Σμύρνη.

Η συμμετοχή των Ελλήνων στην ουκρανική εκστρατεία υπαγορεύτηκε από διπλωματικούς λόγους, σε μια προσπάθεια του Ελευθέριου Βενιζέλου να πετύχει ευνοϊκή στάση των συμμάχων απέναντι στις ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις. Περισσότερο από τις απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες στρατιώτες που συμμετείχαν στην εκστρατεία, δραματικότερη ήταν η τύχη των ελληνικών κοινοτήτων της νότιας Ρωσίας που συγκέντρωσαν την καχυποψία του σοβιετικού καθεστώτος, με αποτέλεσμα την εκδίωξή τους και τον εξαναγκασμό τους να καταφύγουν πρόσφυγες στην Ελλάδα.