Η περίοδος χαρακτηρίζεται από τη διαίρεση των Ελλήνων σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα που συγκρούστηκαν σκληρά μεταξύ τους,

ως προς την πολιτική πραγμάτωσης της εθνικής ολοκλήρωσης αλλά επίσης και ως προς τη στόχευση του αστικού εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας. Με αφετηρία την προσωπική σύγκρουση των δυο αντρών, πρωταγωνιστών των εξελίξεων, του Βενιζέλου και του από το 1913, οπότε διαδέχτηκε το δολοφονηθέντα πατέρα του, βασιλιά Κωνσταντίνου για τη συμμετοχή ή μη της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, δηλαδή για την εξωτερική πολιτική που συνέφερε το έθνος να ακολουθήσει, εγκαινιάζεται η περίοδος του Εθνικού Διχασμού. Θα κοστίσει πολλά δεινά στη χώρα και στις τελευταίες του εκδηλώσεις θα διατηρηθεί σχεδόν ως το Β' Παγκόσμιο Πολέμο. Πρόκειται για τη σύγκρουση στα όρια της εμφύλιας διαμάχης τα χρόνια 1912-22, στις νέες συνθήκες που δημιούργησαν οι νικηφόροι Βαλκανικοί Πόλεμοι, για το περιεχόμενο και την πραγμάτωση των επιδιώξεων του ελληνικού εθνικισμού. Μαζί όμως με αυτό διαπλέχτηκαν και οι διαφορετικές απόψεις για τη συνολικότερη πορεία της ελληνικής κοινωνίας και το ρόλο του κράτους, τη συναίνεση ή την αντίθεση στην εσωτερική διάσταση του βενιζελισμού, την Ανόρθωση.

Ο Διχασμός λοιπόν δεν αφορά μόνο το περιεχόμενο της εθνικής ολοκλήρωσης αλλά και του άμεσα συνδεμένου με αυτήν αστικού εκσυγχρονισμού. Σε αυτό το "μέτωπο" αντιπαρατιθέμενοι είναι από τη μια οι μικρονοικοκυραίοι της Παλαιάς Ελλάδας αλλά και οι αστοί γύρω από την κρατική μηχανή και από την άλλη οι αστοί επιχειρηματίες, οι μικροαστοί και οι ακτήμονες αγρότες, μαζί ασφαλώς με τους Έλληνες των Νέων Χωρών και τους πρόσφυγες βέβαια από το '22 και μετά.

Ας σημειωθεί ότι το κίνημα των "Επιστράτων", το οποίο υπερασπίστηκε το Νοέμβριο του 1916 το βασιλιά, θεωρήθηκε ότι εξέφραζε ακριβώς το αντιδυτικό πνεύμα αυτών των κοινωνικών κατηγοριών που αντιδρούσαν στο φιλελευθερισμό και τον εξευρωπαϊσμό.

Επιπλέον, η αντίθεση στον Κωνσταντίνο και την πολιτική του σήμαινε την υπεράσπιση των κατακτήσεων του 1909 και της ίδιας της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, την αντίσταση στην πρόθεση του θρόνου να παραβιάσει τα συνταγματικά κεκτημένα της δημοκρατικής νομιμότητας.