Στην αρχή της περιόδου εξακολουθούν να εργάζονται ζωγράφοι ως ξυλογράφοι-αντιγραφείς διάφορων προτύπων και να προμηθεύουν με ξυλογραφίες βιβλία, εφημερίδες και περιοδικά της εποχής.

Δάσκαλος της χαλκογραφίας και της ξυλογραφίας στο Σχολείο των Τεχνών ήταν ως το 1915, όταν καταργήθηκαν τα μαθήματα για λόγους οικονομίας, ο Νικόλαος Φέρμπος. Λειτουργεί εξάλλου πάντα το Βασιλικό Λιθογραφείο και άλλα λιθογραφεία που παρήγαν τις γνωστές μας λαϊκές εικόνες.
Όλο και περισσότερο αναπτύσσεται η τεχνική της λιθογραφίας και εφημερίδες της Αθήνας δημοσίευαν έγχρωμες και ασπρόμαυρες λιθογραφημένες γελοιογραφίες, ενώ ήδη από το 1880 λειτουργούν στην Αθήνα μικρά λιθογραφεία που τύπωναν με τη μέθοδο της αυτοτυπίας (φωτομηχανική μέθοδος εκτύπωσης με τη χρήση πλέγματος) ετικέτες εμπορικών προϊόντων, χάρτες στρατιωτικούς κ.ά. Λίγο αργότερα η τσιγκογραφία και αργότερα η φωτοτσιγκογραφία εκτοπίζουν την ξυλογραφία από την εικονογράφηση εντύπων. Φωτοτσιγκογράφοι που εμφανίζονται συχνότερα σε έντυπα της αρχής του αιώνα είναι οι Ελ. Καζάνης, Αρ. Λάιος, Θ. Μολιανός και Φρ. Πρίντεζης. Αργότερα, στο Μεσοπόλεμο, η τσιγκογραφία και η φωτοτσιγκογραφία θα γίνουν "βιομηχανικές"· οι πλάκες κατασκευάζονται από τότε και μετά σε οργανωμένα τσιγκογραφεία και φωτοτσιγκογραφεία που θα διατηρηθούν σχεδόν ως τις μέρες μας, όπως του Ευάγγελου Χαλκιόπουλου και του Ιωάννη Μαγκούζου.

Σημαντικό μέσο πληροφόρησης αλλά και ιδεολογικής χειραγώγησης είναι και σε αυτή την εποχή οι λαϊκές εικόνες, οι οποίες σημειώνουν ιδιαίτερη ακμή την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων. Εικαστικά πολεμικά ανακοινωθέντα ενισχυόμενα συχνά με επεξηγηματικά κειμενάκια στόχευαν στην αποκατάσταση του καταρρακωμένου από την ήττα του '97 εθνικού φρονήματος, την ανόρθωση του έθνους και την καλλιέργεια της Μεγάλης Ιδέας. Το γεγονός ότι οι περισσότερες εικόνες της εποχής προέρχονται από τον εκδοτικό οίκο του Δράκου Παπαδημητρίου, ο οποίος συνεργαζόταν με το "Λιθογραφείον της Βασιλικής Αυλής Γ. Στάγγελ και Σας" και έφεραν το βασιλικό θυρεό, δείχνει το βαθμό σχέσης τους με την κρατική προπαγάνδα.

Η συχνότατη παρουσία του διαδόχου και των πριγκήπων, η σύνδεσή τους με την αίγλη των πολεμικών θριάμβων ενισχύει τα φιλοδυναστικά αισθήματα, ειδικά μετά την αμφισβήτηση που υπέστησαν οι πρίγκηπες από την ήττα του '97, θεωρούμενοι ως από τους πρωταίτιους της παρακμής.

Στις αρχές του αιώνα σημειώνεται μια στροφή στη χαρακτική και από τη δευτερεύουσα θέση που κατείχε ως τότε εξελίσσεται σε αυτόνομη και σημαντική εικαστική δημιουργία, ικανή να εκφράσει τις ανησυχίες των καλλιτεχνών και να μορφοποιήσει τη σύγχρονη ζωή. Όλες οι τεχνικές της εξελίσσονται, ενώ με τους χαράκτες που παρουσιάζουν τα πρώτα έργα τους την εποχή αυτή -εξέχων ανάμεσά τους ο Γιάννης Κεφαλληνός- έχουμε στην ουσία τους "δασκάλους" της ελληνικής χαρακτικής. Με το δικό τους έργο η χαρακτική αυτονομείται, διαμορφώνει τις αξίες της, τα χαρακτηριστικά της, τις τεχνικές της, τους κανόνες της, ενώ σημειώνεται ποικιλία ανάλογα με την επιλογή του καλλιτέχνη για το ρεαλισμό ή την αφαίρεση, το ασπρόμαυρο ή τη χρωματική ποικιλία, την τεχνική (ξυλογραφία, χαλκογραφία, λιθογραφία) ή τις μεθόδους. Από τους μεγάλους δημιουργούς που πρωτοεμφανίζονται στο τέλος της περιόδου, για να ολοκληρώσουν το έργο τους στην επόμενη περίοδο, είναι οι Δημήτριος Γαλάνης, Άγγελος Θεοδωρόπουλος, Μάρκος Ζαβιτζιάνος, Λυκούργος Κογεβίνας, Γιώργος Οικονομίδης και βέβαια ο μεγάλος δάσκαλος της νεοελληνικής χαρακτικής, ο Γιάννης Κεφαλληνός.