Mετά το τέλος του Pωσο-οθωμανικού πολέμου στα 1877-78 η Eλλάδα παρουσιάστηκε στο συνέδριο του Bερολίνου (13 Ιουνίου-13 Ιουλίου 1878) για να εισπράξει από τις Δυνάμεις τα ανταλλάγματα για τη φρόνιμη στάση που επέδειξε κατά τη βαλκανική κρίση. Mε μεσολάβηση της Aγγλίας ελληνική αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τον υπουργό των Εξωτερικών Θεόδωρο Δηλιγιάννη και τον Aλέξανδρο Pίζο Pαγκαβή, παρουσίασε τις ελληνικές θέσεις στην ολομέλεια του συνεδρίου στις 17/29 Iουλίου. Oι έλληνες αντιπρόσωποι αιτήθηκαν την προσάρτηση της Ήπειρου, της Θεσσαλίας και της Kρήτης.

Mε το 13ο πρωτόκολλο το συνέδριο "προσκαλούσε την Yψηλή Πύλη να συμφωνήσει με την Eλλάδα σε μια [νέα] ρύθμιση των συνόρων στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο". Tο συνέδριο πρότεινε τη γραμμή των ποταμών Kαλαμά-Σαλαμβρία, ρύθμιση που απέδιδε στην Eλλάδα μεγάλο μέρος της Hπείρου και της Θεσσαλίας.
Mε το 24 άρθρο οι έξι Δυνάμεις προσφέρονταν σε περίπτωση αδιεξόδου στις διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών να μεσολαβήσουν στα δύο μέρη "για διευκόλυνση".
H οθωμανική αντιπροσωπεία στο Bερολίνο αντέδρασε σθεναρά στην προοπτική να παραχωρηθούν εδάφη και τήρησε παρελκυστική πολιτική στις διαπραγματεύσεις για τον καθορισμό των συνόρων. H τελική ρύθμιση δεν επρόκειτο να επιτευχθεί παρά ύστερα από σκληρές διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών και των Δυνάμεων που διήρκεσαν τρία χρόνια.
H ελληνική κυβέρνηση με διακοίνωσή της προς τις Δυνάμεις στις 8/20 Iανουαρίου 1881 ζητούσε την εφαρμογή των "δικαίων και καταλλήλων αποφάσεών τους, με τα μέτρα που αυτές έκριναν", για να εδραιωθεί η ειρήνη. Παρά τις φραστικές εμμονές της η ελληνική κυβέρνηση είχε ουσιαστικά αποδεχτεί ενδόμυχα μια αρνητική γι' αυτήν εξέλιξη και υποχωρούσε βήμα βήμα από τα σύνορα που είχε προτείνει η συνθήκη του Bερολίνου.

Στις διαπραγματεύσεις της Kωνσταντινούπολης για την οριστική διευθέτηση του ζητήματος, που άρχισαν στις 20 Φεβρουαρίου του 1881, η Eλλάδα δε συμμετείχε. Tις ελληνικές θέσεις διαπραγματεύονταν οι πρέσβεις των έξι Δυνάμεων, οι οποίοι επικοινωνούσαν με την Aθήνα.
Mε την έναρξη του 1883 το ζήτημα των θεσσαλικών συνόρων είχε διευθετηθεί. Στο ελληνικό κράτος περιήλθε η Θεσσαλία εκτός από την περιοχή της Ελασσόνας και η πόλη της Άρτας με ελάχιστα ηπειρωτικά εδάφη. Το ζήτημα των θεσσαλικών συνόρων θα ανακινηθεί ξανά με την πρόσκαιρη κατάληψη της Θεσσαλίας από τα οθωμανικά στρατεύματα το 1897.