Τα πρώτα χρόνια της εγκαθίδρυσης του ελληνικού κράτους παγιώνονται οι πολιτικοί σχηματισμοί που έμειναν ευρύτερα γνωστοί ως αγγλικό, γαλλικό και ρωσικό κόμμα ή αλλιώς Ναπαίοι (από το όνομα κάποιου που λεγόταν Nάπας και υπήρξε ένθερμος και γνωστός υποστηρικτής του Kαποδίστρια). Οι τρεις αυτοί σχηματισμοί είναι η απόληξη διεργασιών και ζυμώσεων που λαμβάνουν χώρα στη διάρκεια της Επανάστασης, ιδίως την περίοδο του Καποδίστρια, και επιβιώνουν έως τα χρόνια του Κριμαϊκού πολέμου. Σε όλη αυτή την περίοδο εντάσσονται σταδιακά στα κόμματα οι παραδοσιακές κοινωνικοπολιτικές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας. Έχοντας ως μέτρο τα δυτικά πρότυπα δεν μπορούμε ασφαλώς να κάνουμε λόγο για κόμματα αρχών. Πρόκειται μάλλον για συσσωματώσεις απαρτιζόμενες από τοπικοσυγγενικές ομάδες και φατρίες, οι οποίες συνδέονταν μεταξύ τους με χαλαρούς δεσμούς και συσπειρώνονταν γύρω από το πρόσωπο ενός αρχηγού ή μιας μικρής ηγετικής ομάδας. Ταυτόχρονα, καθένα από τα κόμματα αυτά πριμοδοτούνταν από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις (Aγγλία, Γαλλία και Ρωσία αντίστοιχα), γεγονός που ευθύνεται για τα ονόματα με τα οποία έμειναν τελικά γνωστά. Η πολιτική δύναμη ωστόσο των κομμάτων αυτών δεν εξαρτιόταν τόσο από τις προνομιακές σχέσεις που διατηρούσαν με τους εν Ελλάδι εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων. Πολύ περισσότερο είχε να κάνει με την ικανότητά τους να προσεταιρίζονται ομάδες συμφερόντων, φατρίες και δίκτυα που συγκροτούνταν στη βάση των δεσμών συγγένειας και διέθεταν ισχυρά κοινωνικοπολιτικά ερείσματα σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.

Η πρόσδεση των φατριών με τα κόμματα επιχειρούνταν μέσω ενός πολύπλοκου συστήματος ανταλλαγών και αμοιβαίων εξυπηρετήσεων, το οποίο έχει θεματοποιηθεί ως "σύστημα πελατείας-προστασίας". Οι σχέσεις αυτές έδιναν τη δυνατότητα στις ηγεσίες των κομμάτων να πριμοδοτούν και να υποθάλπουν για αντιπολιτευτικούς λόγους την ένταση σε τοπικό επίπεδο (π.χ. εξεγέρσεις, ληστεία), κεφαλαιοποιώντας οφέλη στο πεδίο της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Η τακτική αυτή αφορά κυρίως το γαλλικό και το ρωσικό κόμμα. Στο πρώτο συγκεντρώνονταν ένα ευρύ φάσμα κοινωνικοπολιτικών ομάδων (ρουμελιώτες οπλαρχηγοί, ορισμένοι πελοποννήσιοι προεστοί και νησιώτες προύχοντες καθώς και πολλοί ετερόχθονες) που συσπειρώνονταν γύρω από τη χαρισματική προσωπικότητα του Ι. Κωλέττη. Στους Ναπαίους, οι οποίοι διατηρούσαν προνομιακή σχέση με τη ρωσική διπλωματική αποστολή, ηγετικές φυσιωγνωμίες υπήρξαν ο Θ. Κολοκοτρώνης και ο A. Μεταξάς και η δύναμή τους επεκτείνεται, με πυρήνα την Πελοπόννησο, σε ολόκληρη την επικράτεια. Σε αντίθεση με τα λεγόμενα συνταγματικά κόμματα, το γαλλικό και το αγγλικό, που αντιπολιτεύτηκαν κατά την πρώτη οθωνική δεκαετία (1833-43) με βασική τους διεκδίκηση την παραχώρηση συντάγματος, οι Ναπαίοι έριξαν το βάρος τους στην "προάσπιση της Ορθοδοξίας", γεγονός που τους προσέδωσε μεγαλύτερο λαϊκό έρεισμα. Το αγγλικό κόμμα τέλος στερούνταν τοπικών ερεισμάτων στις επαρχίες και η δύναμή του εντοπίζεται σε ένα στενό κύκλο εγγράμματων και εξοικειωμένων σε ζητήματα διοίκησης προσωπικοτήτων, που έθεταν το αίτημα του θεσμικού εκσυγχρονισμού της δημόσιας ζωής και συγκεντρώνονταν γύρω από τον Αλ. Mαυροκορδάτο.