O Θεμιστοκλής γεννήθηκε περίπου το 425 π.Χ. Ο πατέρας του ο Νεοκλής ανήκε στην οικογένεια των Λυκομηδών. Η μητέρα του όμως πιθανολογείται ότι ήταν θρακικής ή καρικής καταγωγής. Θεωρούνταν γι' αυτό νόθος και σύχναζε ως έφηβος στο γυμνάσιο του Κυνόσαργους. Μετά την Ιωνική επανάσταση ο Θεμιστοκλής πρότεινε τη μεταφορά του λιμανιού από το Φάληρο στον Πειραιά και τη μετέπειτα οχύρωσή του. Μετά τη μάχη του Μαραθώνα, το 490 π.Χ., ο Θεμιστοκλής πίστευε ότι ο περσικός κίνδυνος δεν αποσοβήθηκε. Πέτυχε έτσι με τα έσοδα μίας νέας φλέβας αργύρου απο τα ορυχεία του Λαυρίου να ναυπηγηθεί ο αθηναϊκός στόλος. Στο σχέδιο του αυτό βρήκε ενάντιους τους αριστοκρατικούς, οι οποίοι δεν επιθυμούσαν την παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων στους θύτες και τους μετοίκους που θα επάνδρωναν τα πλοία. Στα πλαίσια ίσως αυτής της αντιπαράθεσης προκάλεσε τον οστρακισμό του Αριστείδη και του Ξανθίππου. Κατά την εισβολή του 480 π.Χ. είχε εκλεγεί στρατηγός των Αθηναίων και επέβαλε στους Πελοποννήσιους, μετά την εκκένωση των Αθηνών, να δοθεί η μάχη στη Σαλαμίνα. Την παραμονή της μάχης έστειλε το δούλο του Σίκινο να ειδοποιήσει τον πέρση ναύαρχο ότι ο ελληνικός στόλος ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει το στενό. Οι Πέρσες απέκλεισαν τις διόδους αναγκάζοντας τους Έλληνες να δώσουν τη μάχη επιτόπου. Μετά τη νίκη των Ελλήνων, για να επισπεύσει τη φυγή του Ξέρξη, τού έστειλε κατά την παράδοση νέο μήνυμα ότι οι Έλληνες σκόπευαν να καταστρέψουν τις γέφυρες του Ελλησπόντου, ώστε να τον αποκλείσουν στην Ελλάδα. H στάση του αυτή δημιούργησε την υπόνοια ότι ίσως μήδισε. Μετά το τέλος του πολέμου συμβούλευσε τους Αθηναίους να τειχίσουν την πόλη τους. Επειδή όμως οι Σπαρτιάτες αντιτίθεντο στην προοπτική αυτή, μετέβη ο ίδιος στη Σπάρτη για τις διαπραγματεύσεις, έχοντας δώσει προηγουμένως εντολή στους Αθηναίους να οικοδομήσουν τα τείχη κατά την απουσία του. Το τέχνασμα πέτυχε, είχε όμως ως συνέπεια να καταστεί ο Θεμιστοκλής αντιπαθής στη Σπάρτη. Το 471 π.Χ. οι αριστοκρατικοί κατάφεραν να οστρακιστεί. Κατέφυγε στο Άργος και από εκεί έπειτα στη Μικρά Ασία, όταν με υποκίνηση των Σπαρτιατών καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο ως συνένοχος του Παυσανία. Ο βασιλιάς των Περσών Αρταξέρξης τού παραχώρησε τρεις πόλεις, τη Μαγνησία του Μαιάνδρου, τη Λάμψακο και τη Μυούντα, ως ανταμοιβή για τη "βοήθεια" που είχε προσφέρει στον πατέρα του. Πέθανε το 459 π.Χ. στη Μαγνησία. Κατά τον Πλούταρχο όμως αυτοκτόνησε, όταν ο Αρταξέρξης του ζήτησε να συμμετάσχει σε εκστρατεία εναντίον των Ελλήνων.


| εισαγωγή | εσωτερικές συγκρούσεις | εξωτερικές σχέσεις | πολιτειακές εξελίξεις | Αρχαϊκή Περίοδος

Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες θα δείτε μια σύντομη περιγραφή.