Τα αγάλματα με τη μορφή νεαρών ανδρών και κοριτσιών, που ονομάζονται κούροι και κόρες, ήταν επιτύμβια μνημεία ή αναθήματα σε ιερά. Oι κούροι εμφανίζονται σε "ηρωική γυμνότητα" και συνδέονται συχνά με τον Απόλλωνα, από ιερά του οποίου προέρχονται ολόκληρες σειρές (Δίδυμα, Δήλος, Πτώον). Ωστόσο, δε λείπουν και οι εξαιρέσεις, όπως στην περίπτωση των κούρων του Σουνίου, οι οποίοι συνδέονται με τον Ποσειδώνα. Οι κόρες εμφανίζονται πάντοτε ντυμένες, κυρίως στα ιερά γυναικείων θεοτήτων, όπως στο Ηραίο της Σάμου και στην αθηναϊκή Ακρόπολη. Και οι δύο τύποι φέρουν αφιερωματικές επιγραφές και πολλές φορές την υπογραφή του δημιουργού τους. Αντίστοιχα, όταν έχουν χρησιμοποιηθεί ως επιτύμβια μνημεία φέρουν επιγράμματα σχετικά με το νεκρό ή τη νεκρή, που απεικονίζονται πάντα σε νεανική ηλικία.

Μολονότι αντρικοί και γυναικείοι τύποι ήταν ήδη γνωστοί από το δαιδαλικό ρυθμό και από τα άλλα πρώιμα αγάλματα με τις ανατολικές επιδράσεις, οι τύποι του κούρου και της κόρης -που διαμορφώθηκαν στις αρχές του 6ου αιώνα π.X.- ξεχωρίζουν από πολλές απόψεις. Η στροφή προς τη ρεαλιστική απεικόνιση έγινε σαφής. Τα μέλη του σώματος αποδίδονταν με πιο σωστές αναλογίες και με περισσότερη ακρίβεια. Οι μύες απέκτησαν όγκο, πλαστικότητα και φυσικότητα. Ένα μειδίαμα, που προσέδιδε ζωντάνια και παράλληλα εξυπηρετούσε τεχνικούς σκοπούς, επιλέχτηκε ως η στερεότυπη έκφραση του προσώπου.


Ενώ είναι βέβαιο ότι για ορισμένους από τους πρώιμους κούρους -όπως στον κούρο της Νέας Υόρκης- χρησιμοποιήθηκε ο λεγόμενος "αιγυπτιακός κανόνας" με τα 21 τετράγωνα που ορίζουν τις καθ' ύψος διαστάσεις της μορφής, στους περισσότερους ακολουθήθηκε ένα διαφορετικό μετρικό σύστημα. Αυτό βασιζόταν στις πραγματικές διαστάσεις του ανθρώπινου σώματος και χρησιμοποιούσε ως μέτρο το μήκος από το πέλμα του ποδιού. Πολλοί από τους κούρους υπερφυσικού μεγέθους δεν είχαν τις σωστές αναλογίες. Τελικά, η φυσική αναλογία 7 προς 1 επικράτησε στη σχέση του συνολικού ύψους προς το ύψος του κεφαλιού. Άλλες βελτιώσεις συμβατικών στοιχείων περιελάμβαναν την απόδοση του στομαχιού με δύο σειρές μυών (αντί για 3 ή 4 παλιότερα), καθώς και τη φυσική δυσαναλογία των μυών πάνω από το γόνατο, το σωστό μοίρασμα του βάρους στα δύο πόδια και τη στροφή των πήχεων -που παλαιότερα παριστάνονταν μετωπικές- προς τους μηρούς . Τόσο οι κούροι όσο και οι κόρες σκαλίζονταν μαζί με την πλίνθο, με τη βάση δηλαδή που ήταν συμφυής με το άγαλμα και ακολουθούσε το περίγραμμα των ποδιών του. Η πλίνθος με τη σειρά της στερεωνόταν μέσα σε μια μεγαλύτερη τετράγωνη βάση.


Αν για τους κούρους τα ανατομικά χαρακτηριστικά είναι ο κυριότερος μίτος της εξέλιξής τους, τη θέση αυτή επέχει στις κόρες η πτυχολογία των ενδυμάτων. Όλα τα ενδύματα ήταν ορθογώνια κομμάτια υφάσματος που στερεώνονταν με κουμπιά, πόρπες και περόνες. Τα συνηθέστερα ήταν ο ιωνικός χιτώνας που συνδυαζόταν συχνά με το λοξό ιμάτιο, το επίβλημα (πανωφόρι) και ο πέπλος. Ο τελευταίος εμφανίστηκε ήδη από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., αλλά αντικατέστησε το χιτώνα μόλις στη διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ. Τα ενδύματα κίνησαν το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών και έπαψαν να παριστάνονται σαν μια επίπεδη επιφάνεια, απέκτησαν βάθος και πλαστικότητα, επηρεάζοντας έτσι το παιχνίδι του φωτός και της σκιάς.

Oι εξελίξεις αυτές συνέβησαν πιθανόν σε διάφορα εργαστήρια, αλλά η κινητικότητα των καλλιτεχνών, η δημόσια έκθεση των έργων τους σε ιερά και σε νεκροταφεία, η διάδοση νέων εργαλείων και η ανταλλαγή εμπειρίας μεταξύ των γλυπτών που συγκεντρώνονταν στις πηγές του μαρμάρου συνέβαλαν στο συγχρονισμό της εξέλιξης στα διάφορα τοπικά κέντρα.



| εισαγωγή | γράμματα | τέχνες | θρησκεία | Αρχαϊκή Περίοδος

Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες θα δείτε μια σύντομη περιγραφή.