Η μορφή αυτού του ταφικού τύπου αντιστοιχεί στο σχήμα ενός απλού τετράπλευρου λάκκου, λαξεμένου σε μαλακό βράχο χωρίς λίθινη ή πλίνθινη επένδυση. Το μέγεθος των λακκοειδών τάφων ποικίλλει ανάλογα με το ύψος του νεκρού. Έτσι, υπάρχουν μικροί λακκοειδείς τάφοι για βρέφη και παιδιά και μεγάλοι, ευρύχωροι λάκκοι για ενήλικες. Ο ταφικός αυτός τύπος που είναι παρόμοιος με τους κυκλαδικούς τάφους της Πρώιμης Χαλκοκρατίας ήταν ήδη διαδεδομένος από την αρχή της Μέσης εποχής του Χαλκού.

Προς το τέλος της Μεσοελλαδικής εποχής οι λακκοειδείς τάφοι άλλαξαν μέγεθος και χαρακτήρα. Το μέγεθός τους έγινε πολύ μεγαλύτερο και φιλοξενούσαν τώρα ταφές πολλών ατόμων, τα οποία ανήκαν μάλλον στην ίδια οικογένεια. Από το μεταγενέστερο αυτό τύπο λακκοειδούς τάφου, ο οποίος επισημάνθηκε για πρώτη φορά στους ταφικούς περιβόλους των Μυκηνών, πήρε το όνομά της η "εποχή των λακκοειδών τάφων", το διάστημα δηλαδή από την υστεροελλαδική Ι μέχρι την υστεροελλαδική ΙΙβ (1550-1200 π.Χ.).

Mυκήνες. Zωγραφική αναπαράσταση
του Tαφικού Kύκλου B.

Στους λακκοειδείς τάφους αυτής της εποχής οι νεκροί συνοδεύονταν από πολλά πολυτελή κτερίσματα, τα οποία παρέχουν τις σαφέστερες ενδείξεις για τη δημιουργία προνομιούχων κοινωνικά κατά την πρώιμη Μυκηναϊκή εποχή.