'Ενας αρκετά σημαντικός τομέας της μυκηναϊκής μεταλλοτεχνίας ήταν η κατασκευή αμυντικών και επιθετικών όπλων από ορείχαλκο. Τα μυκηναϊκά όπλα διακρίνονται σε πολλούς, διαρκώς εξελισσόμενους τύπους, πράγμα που δείχνει ότι οι Μυκηναίοι βελτίωναν συνεχώς τις πολεμικές τους τεχνικές. Τα μεταλλικά όπλα βρίσκονται σε τάφους, όπου είχαν τοποθετηθεί ως νεκρικά κτερίσματα και σε θησαυρούς αντικειμένων.

Από τις πρωιμότερες φάσεις της Μυκηναϊκής εποχής εμφανίζονται διάφοροι τύποι χάλκινων όπλων, οι οποίοι στις επόμενες περιόδους θα παρουσιάσουν μια ραγδαία εξέλιξη. Οι πρωιμότερες αιχμές δοράτων, οι οποίες προέρχονται από ύστερους μεσοελλαδικούς τάφους ονομάζονται "αιχμές τύπου Σέσκλου" και είχαν αυλό για τη καλύτερη στερέωσή τους στο ξύλινο στέλεχος του δόρατος. Στους λακκοειδείς τάφους των Μυκηνών βρέθηκε ένας μεγάλος αριθμός από μεταλλικά ξίφη και εγχειρίδια με περίτεχνες ανάγλυφες διακοσμήσεις και ενθέματα από χρυσό, νίελλο, ελεφαντόδοντο και πολύτιμους λίθους. Η σύνθετη αυτή διακόσμηση είχε επιτευχθεί με την εμπίεστη τεχνική και την τεχνική της λεγόμενης "ζωγραφικής σε μέταλλο". Ο επιβλητικός αυτός και πολυτελής οπλισμός εξέφραζε τις αρετές της πρώιμης μυκηναϊκής αριστοκρατίας, τη μαχητική ικανότητα και την υψηλή κοινωνική θέση.

Τα ξίφη της πρώιμης Μυκηναϊκής περιόδου διακρίνονται σε δύο βασικούς τύπους, τον τύπο Α και τον τύπο Β. Ο τύπος Α, ο οποίος θεωρείται αρχαιότερος, διακρίνεται από την πολύ μακριά και στενή λεπίδα και τους στρογγυλεμένους ώμους που καταλήγουν συχνά σε κερατοειδείς απολήξεις. Το αρχικό πρότυπο του τύπου αυτού αναζητάται στα μακριά τελετουργικά ξίφη της Παλαιοανακτορικής περιόδου. Ο νεότερος τύπος Β, που διακρίνεται από τη βραχύτερη και πλατύτερη λεπίδα του, ήταν κατάλληλος τόσο για τα χτυπήματα όσο και για το κόψιμο. Οι ώμοι του ήταν τετραγωνισμένοι και οξείς, ενώ το στέλεχος της λεπίδας που εισχωρούσε στη λαβή είχε το ίδιο πλάτος με αυτή και στερεωνόταν επάνω της με καρφιά.

Μετά το 1400 π.Χ. εμφανίζονται νέοι τύποι επιθετικών όπλων. Τα περισσότερα ξίφη ήταν τώρα κατάλληλα και για τα χτυπήματα αλλά και για την κοπή. Ο περισσότερο διαδεδομένος τύπος ήταν ένα σχετικά κοντό ξίφος με κεντρική νεύρωση και καρφιά στη λαβή. Στη συνέχεια αναπτύσσεται ο σταυρόσχημος τύπος, ο οποίος είχε πλατύτερη λεπίδα και ενισχυμένη κεντρική νεύρωση. Παράλληλα επικρατεί η χρήση των πολεμικών εγχειριδίων, τα οποία διακρίνονται σε διάφορους, διαρκώς μετεξελισσόμενους τύπους. Από το 12ο αιώνα π.Χ. διαδίδεται στο Αιγαίο ένας νέος τύπος ξίφους, ο οποίος εμφανίστηκε ταυτόχρονα και στην Εγγύς Ανατολή. Πρόκειται για ένα ξίφος κοπής και νύξης με οξεία, μακριά λεπίδα, στρογγυλεμένους ώμους και διχαλωτή λαβή. Η χρήση αυτού του τύπου ξίφους συνεχίστηκε και στην Εποχή του Σιδήρου.

Οι αιχμές δοράτων από σφυρήλατο ή χυτό μέταλλο δεν παρουσίασαν αξιοσημείωτη εξέλιξη μέχρι και τα μέσα του 13ου αιώνα π.Χ. Κατά την Υστεροελλαδική ΙΙΙ περίοδο έγιναν βραχύτερες και οξείες και η λεπίδα τους απέκτησε το σχήμα πτερυγίων. Οι αιχμές στερεώνονταν στο κοντάρι του δόρατος με μια τρύπα στο άκρο του αυλού. Διάφορα τμήματα σωζόμενων τοιχογραφιών, τα οποία απεικονίζουν οπλισμένους άντρες, δείχνουν ότι οι πολεμιστές μετέφεραν τα δόρατα κατά ζεύγη.

Στις πινακίδες της Πύλου μαζί με τις αιχμές δοράτων αναφέρονται και χάλκινες αιχμές βελών. Οι αιχμές των βελών αυτών κατασκευάζονταν από χυτό μέταλλο ή από μεταλλικά φύλλα και ακολουθούσαν αρχικά το απλό τριγωνικό σχήμα των λίθινων. Αργότερα όμως άρχισαν να κατασκευάζονται αιχμές με στειλεό, οι οποίες στερεώνονταν καλύτερα στο στέλεχος του βέλους και ήταν πιο αποτελεσματικές. Παράλληλα με την κατασκευή βελών από χαλκό συνεχίστηκε για αρκετό διάστημα η κατασκευή αιχμών βελών από πυριτόλιθο ή οψιανό.

Ένα χαρακτηριστικό δείγμα του μυκηναϊκού οπλισμού ήταν οι επιβλητικές χάλκινες πανοπλίες που παρατηρούνται από την Υστεροελλαδική ΙΙ περίοδο. Το ακριβές σχήμα των μεταλλικών αυτών θωράκων φαίνεται σ' ένα μοναδικό εύρημα από το θαλαμοειδή τάφο των Δενδρών, το οποίο χρονολογείται στα τέλη του 15ου αιώνα π.Χ. Η πανοπλία αυτή αποτελείται από φαρδιά ταινιόσχημα χάλκινα ελάσματα, τα οποία ήταν στερεωμένα σε μια δερμάτινη εσωτερική επένδυση και θα κάλυπτε το σώμα από τα γόνατα μέχρι το λαιμό. Το υπερβολικό βάρος της την καθιστούσε αρκετά δύσχρηστη, γι' αυτό το λόγο πιθανολογείται ότι δε χρησιμοποιούνταν πραγματικά στα πεδία των μαχών αλλά μόνο σε περιπτώσεις επίδειξης κύρους. Εκτός από τους θώρακες υπήρχαν και άλλα μεταλλικά εξαρτήματα προστασίας των πολεμιστών. Σε ύστερους μυκηναϊκούς τάφους βρίσκονται μεταλλικά κράνη, τμήματα κνημίδων και εξαρτήματα προστασίας των χεριών.

Μυκήνες. Χάλκινα εγχειρίδια
με εμπίεστη διακόσμηση.
Χάλκινα ξίφη από τις Μυκήνες,
την Τανάγρα και τη Νέα Ιωνία Βόλου.
 
Δενδρά. Χάλκινη πανοπλία
και οδοντόφρακτο κράνος.