Η ενασχόληση των κατοίκων του Αιγαίου στη μουσική μαρτυρείται ήδη από τη Νεολιθική εποχή με την παρουσία αυλών φτιαγμένων από οστά ζώων. Από την Εποχή του Χαλκού ξεχωρίζουν τα κυκλαδικά ειδώλια του αυλητή και του αρπιστή αλλά και μια σειρά από απεικονίσεις μουσικών οργάνων στη μινωική τέχνη. Από τη Μυκηναϊκή εποχή διαθέτουμε μόνο ελάχιστες απεικονίσεις μουσικών οργάνων, οι περισσότερες από τις οποίες προέρχονται από σφραγίδες. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε όλες τις αιγαιακές εικονογραφήσεις απεικονίζονται μόνο άντρες μουσικοί. Η φόρμιγξ και ο αυλός παίζονταν πάντα από όρθιους μουσικούς. Η μόνη απεικόνιση καθιστού μουσικού συναντάται στην τοιχογραφία του ιερέα μουσικού από το ανάκτορο της Πύλου, ο οποίος παίζει λύρα σε βραχώδες τοπίο.

Εκτός από τις εικονιστικές παραστάσεις υπάρχουν και τμήματα μουσικών οργάνων που βρέθηκαν σε μυκηναϊκούς τάφους, όπου είχαν τοποθετηθεί ως νεκρικά κτερίσματα. Βάσει των ευρημάτων αυτών μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι τα μουσικά όργανα διακρίνονται ήδη σε πνευστά, κρουστά και έγχορδα. Στα σημαντικότερα αρχαιολογικά ευρήματα ανήκουν οι βραχίονες μιας ελεφάντινης φόρμιγγας από το Μενίδι, στους οποίους είχε δοθεί το σχήμα κεφαλιού πάπιας και μερικά τμήματα από λύρες που βρέθηκαν σε θαλαμοειδείς τάφους των Σπάτων και των Μυκηνών. Οι λύρες κατασκευάζονταν μερικές φορές και από κέλυφος χελώνας. Τα κρουστά όργανα αντιπροσωπεύονται από τα κύμβαλα, όπως αυτά που βρέθηκαν στο ναυάγιο του Ulu Burun και θεωρούνται μυκηναϊκής προέλευσης. Προς το τέλος της Yστεροελλαδικής εποχής εμφανίζεται και η κιθάρα, όπως δείχνει ένα χάλκινο αφιερωματικό ομοίωμα από το Αμύκλαιο. Στα πνευστά όργανα ανήκουν οι αυλοί, δείγμα των οποίων αποτελεί ένας αυλός από ελεφαντόδοντο που βρέθηκε στις Μυκήνες. Ως πνευστά μουσικά όργανα χρησιμοποιούνταν και οι θαλάσσιοι τρίτωνες, οι οποίοι απεικονίζονται σε πολλές κρητομυκηναϊκές θρησκευτικές παραστάσεις. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι ένα όργανο που στην Αίγυπτο ονομαζόταν menat υπήρχε και στο Αιγαίο της Εποχής του Χαλκού. Αυτό αποτελούνταν από μεγάλες χάντρες από φαγεντιανή δεμένες σε σκοινί, οι οποίες σειόμενες ρυθμικά προκαλούσαν μουσικούς ήχους. Μια τέτοια μουσική πρακτική μαρτυρεί ίσως η απεικόνιση μιας γυναίκας σε τοιχογραφία ενός κτηρίου κοντά στο θρησκευτικό κέντρο των Μυκηνών που κρατάει στα χέρια της δεμένες χάντρες.

Η μουσική φαίνεται ότι έπαιζε ένα σημαντικό ρόλο στις θρησκευτικές τελετουργίες της κρητομυκηναϊκής περιόδου. Αυτό δείχνουν καθαρά οι παραστάσεις της σαρκοφάγου της Αγίας Τριάδας, όπου απεικονίζονται μουσικοί και στις δύο της πλευρές. Η λειτουργία της μουσικής σε αυτή την περίπτωση ήταν να διαχέει μέσω των ύμνων το θρησκευτικό συναίσθημα ανάμεσα στους λατρευτές, να διώχνει τα κακά πνεύματα και να μεταβιβάζει με συγκινησιακό τρόπο τις δεήσεις για την επίκληση της θεότητας. Ίσως μουσικά διαλείμματα να γεφύρωναν και τις μεταβάσεις των τελετουργικών βαθμίδων. Οι ήχοι της μουσικής μπορούσαν να εξυπηρετήσουν και πρακτικά τις θρησκευτικές τελετές με το να επικαλύπτουν τους ήχους της θυσίας και άλλους ανεπιθύμητους θορύβους με σκοπό τη μέγιστη συγκέντρωση των λατρευτών στις ιερές τελετουργίες.

Δε γνωρίζουμε αν οι παραδόσεις για τη μουσική που αναφέρονται στον Όμηρο ισχύουν και για τη Μυκηναϊκή εποχή. Έτσι είναι πολύ δύσκολο να διερευνηθεί πλήρως ο κοινωνικός ρόλος της μουσικής και των μουσικών, εφόσον οι σχετικές μαρτυρίες δεν αφορούν στιγμιότυπα της καθημερινής ζωής, αλλά εντάσσονται πάντα σε ιδιαίτερες κοινωνικές περιστάσεις. Γνωρίζουμε πάντως ότι η μουσική και το τραγούδι ήταν τρόποι έκφρασης των Μυκηναίων στις θρησκευτικές τελετές, ενώ υποθέτουμε ότι μουσική παιζόταν και σε κοινωνικές εκδηλώσεις -γάμους, ταφικές τελετές κ.ά.- και ίσως να συνόδευε αθλητικούς και ποιητικούς αγώνες.

 
Πύλος. Τοιχογραφία από το ανάκτορο
με παράσταση μουσικού με πεντάχορδη λύρα.