Μία σειρά από στοιχεία των ανακτόρων, όπως η τελετουργική χρήση σημαντικών χώρων, αλλά και παραδείγματα της εικονιστικής τέχνης, όπου ηγετικές μορφές συνοδεύονται από θρησκευτικά εμβλήματα και σύμβολα, οδηγούν στην παραδοχή ότι η ανώτατη εξουσία της μινωικής Κρήτης είχε θεοκρατικό χαρακτήρα.

Οι βασιλείς ήταν εκπρόσωποι των θεοτήτων και το κύρος τους πήγαζε από τη συγγένειά τους μ' αυτές. Ίσως αυτή η ιδέα ενσάρκωσης της θεότητας οδήγησε στις τελετές μίμησης που παρουσιάζονται τόσο συχνά στη μινωική εικονιστική τέχνη. Η σχέση τους με τις θεότητες υποδηλωνόταν μέσα από τη θεατρικότητα των βασιλικών εμφανίσεων. Οι βασιλείς-αρχιερείς, καθισμένοι σε θρόνους ή σε υπερυψωμένες εξέδρες στους θεατρικούς χώρους, θα ήταν ορατοί από τους υπηκόους τους που ήταν συγχρόνως και το θρησκευτικό τους ποίμνιο.

Μόνο ελάχιστα δείγματα της εικονιστικής τέχνης φανερώνουν αυτή τη σύζευξη της πολιτικής με τη θρησκευτική εξουσία. Ανάμεσά τους περιλαμβάνεται και το σφράγισμα της Μητέρας των ορέων, στο οποίο απεικονίζονται δύο επιβλητικές μορφές, μία ανδρική και μία γυναικεία, στις οποίες αποδίδονται θεϊκές ή διοικητικές ιδιότητες. Έχει προταθεί ότι αυτή η παράσταση απεικονίζει το βασιλιά που δεόμενος αντλούσε το κύρος του από τη θεά, η οποία τον νομιμοποιούσε.

Παρόμοια στοιχεία θεοκρατίας παρατηρούνται, με διαφορετικό όμως ύφος, σε όλους τους πρώιμους πολιτισμούς της Εγγύς Ανατολής. Στην Αίγυπτο, η θεοποίηση του βασιλιά συνδεόταν στενά με τις δοξασίες για το θάνατο και τη μεταθανάτια ζωή και οι Φαραώ θεωρούνταν θεοί μετά το θάνατό τους. Αυτό δε φαίνεται να ίσχυε στη μινωική Κρήτη, όπου οι βασιλείς ήταν οι ενσαρκώσεις των θεοτήτων εν ζωή, ένα φαινόμενο που πλησιάζει περισσότερο το μεσοποταμιακό πρότυπο της απόλυτης θεϊκής υπόστασης του βασιλέα.