Τα μινωικά υφάσματα ήταν φτιαγμένα από ίνες λιναριού και μαλλιού που θα πρέπει να υφαίνονταν σε διαφορετικές ποιότητες και με διαφορετικές τεχνικές, ανάλογα με τη χρήση για την οποία προορίζονταν. Μια ιδιαίτερη, πολυτελή κατηγορία αποτελούσαν τα αραχνοΰφαντα υφάσματα, από τα οποία ήταν φτιαγμένα γυναικεία περικόρμια που άφηναν το σώμα να διακρίνεται. Το είδος των διάφανων αυτών υφασμάτων απαντά σε μινωικές τοιχογραφίες της Κρήτης αλλά φαίνεται ότι ήταν περισσότερο αγαπητό στη Θήρα. Τα υφάσματα αυτά ήταν φτιαγμένα από λεπτότατο νήμα ή ήταν δικτυωτά, ενώ έχει προταθεί από μερικούς μελετητές και το ενδεχόμενο χρήσης λεπτού μεταξωτού νήματος.

Τα πολυάριθμα υφαντικά βαρίδια που βρίσκονται σε μινωικούς οικισμούς μαρτυρούν την ευρεία χρήση του κάθετου αργαλειού, ενώ έχει διαπιστωθεί η παράλληλη χρήση και άλλων υφαντικών τεχνικών. Οι επίρραπτες ταινίες που διακοσμούσαν τα τελειώματα των ενδυμάτων ήταν υφασμένες ξεχωριστά σε μικρά υφαντικά τελάρα και ο σκοπός τους, εκτός από τη διακόσμηση των ενδυμάτων, ήταν η ενίσχυση των παρυφών του υφάσματος. Στη Θήρα ήταν επίσης ιδιαίτερα αγαπητά τα φλοκωτά υφάσματα. Αυτή η υφαντική τεχνική ερμηνεύεται ως στερεοελλαδίτικη επιρροή, αφού συναντιέται συχνότερα στις ενδυμασίες της μυκηναϊκής Ελλάδας. Μια άλλη υφαντική τεχνική, ειδική για την κατασκευή κεφαλόδεσμων, που συναντιέται επίσης στη Θήρα, είναι η δικτυωτή τεχνική, η οποία εκτελούνταν με βελονάκι και είναι γνωστή ως τεχνική "sprang".