O άγιος Ευγένιος, ο κατεξοχήν φωτιστής, δάσκαλος και πολιούχος της Τραπεζούντας και προστάτης των Μεγάλων Κομνηνών, γεννήθηκε, έζησε και μαρτύρησε σ' αυτή την πόλη του Πόντου τον 3ο αιώνα, επί των σκληρών διωκτών του χριστιανισμού, των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού (284-310). Από νεαρή ηλικία ασκούσε με ζήλο το έργο του αποστόλου της χριστιανικής πίστης, προσπαθώντας ταυτόχρονα να καταπολεμήσει την κυρίαρχη στην περιοχή λατρεία του φρυγικού θεού Μίθρα, προσπάθεια που οδήγησε στο μαρτυρικό θάνατό του.
Ο αγώνας του εναντίον της ειδωλολατρίας απέκτησε πιο συγκεκριμένους στόχους όταν μαζί με τους ομόφρονές του Ουαλεριανό και Κανίδιο από τη Χαλδία πήραν την τολμηρή απόφαση να καθαιρέσουν το άγαλμα και το βωμό του Μίθρα, παρά το διωγμό που μαινόταν στον Πόντο. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, μετά την πραγματοποίηση της απόφασής τους, οι τρεις νέοι διασκορπίστηκαν στα βουνά, ο Ευγένιος μάλιστα κατέφυγε σε σπήλαιο κάτω από το πατρικό του σπίτι, στις υπώρειες του λόφου που αργότερα πήρε το όνομά του και στον οποίο χτίστηκε ναός στη μνήμη του. Οι φανατικότεροι από τους οπαδούς του Μίθρα έσπευσαν να καταγγείλουν το γεγονός της καταστροφής του βωμού στον ανθύπατο Λυσία, διοικητή Τραπεζούντας, ο οποίος απέστειλε στρατιωτικό σώμα για τη σύλληψη των δραστών. Ο Ευγένιος και μαζί του ο Ουαλεριανός, ο Κανίδιος και ένας ακόμα νέος, ο Ακύλας, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, μαστιγώθηκαν και τελικά αποκεφαλίστηκαν.
Ο βίος του αγίου Ευγενίου μάς είναι γνωστός από τα εγκώμια σ' αυτόν και τις διηγήσεις των θαυμάτων του. Πρόκειται για έργα λογίων της Βυζαντινής περιόδου, από τον 11ο ως το 14ο αιώνα.